Skip to content
«ΧΑΙΡΕΙ ΕΧΟΥΣΑ Η ΘΕΣΣΑΛΙΑ»
Ἅγιος Ἀχίλλιος,
ὁ πρόξενος τῆς ἀληθινῆς χαρᾶς.
Τοῦ Ἀρχιμανδρίτου π. Ἀχιλλίου Τσούτσουρα,
Πρωτοσυγκέλλου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως
Λαρίσης καί Τυρνάβου
Στό «ἀπολυτίκιο» τοῦ Πολιούχου καί Προστάτου μας Ἁγίου Ἀχιλλίου τοῦ θαυματουργοῦ, πού συνέγραψε ὁ ἀπό Κυθήρων καί Λαρίσης μετά ταῦτα Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κυρός Δωρόθεος ὁ Κοτταρᾶς, τονίζεται μέ ἱερότατο ἐνθουσιασμό πώς ἀληθινά χαίρεται καί εὐφραίνεται ἡ Θεσσαλία, ἡ ὁποία ἔχει ἕναν τόσο σπουδαῖο Προστάτη καί ἀκοίμητο Φρουρό, τόν Ἅγιο Ἱεράρχη Ἀχίλλιο, τόν μυροβλύτη καί θαυματουργό.
Καί χαίρεται ἡ περιοχή μας ἡ εὑρύτερη, γιατί ὅπως σημειώνει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, χαρά ἀληθινή δέν συναντᾶ κανείς στήν ἐξουσία, οὔτε στήν κυριαρχία, οὔτε στήν ἐπίγειο δύναμη, οὔτε στήν πολυτέλεια, ἀλλά στά πνευματικά κατορθώματα, στήν δύναμη τοῦ πνεύματος καί στήν ἀγαθή συνείδηση.
Δικαιολογημένα λοιπόν ἔχουμε στήν ψυχή μας μέσα βασιλεύουσα καί κυριαρχοῦσα τήν χαρά. Ἔχουμε τήν ἱκανοποίηση, τήν πληρότητα, τήν εὐχαριστία, τήν ἐλπίδα καί τήν παρηγοριά, μά πάνω ἀπ’ ὅλα τήν ψυχή μας πλημμυρίζει ἡ χαρά ἡ ἀληθινή, πού εἶναι δῶρον θεϊκόν, εἶναι ἀσφαλῶς ὄχι ἀνθρώπινη, ἀλλά θεία ἔμπνευση, εἶναι ἡ μεγαλύτερη θαλπωρή, ἡ μητέρα τῆς ὑγείας καί ἡ ἀδελφή τῆς παρηγοριᾶς, κατά τόν ἀδιάψευστο πατερικό λόγο.
Σήμερα, ὅλοι οἱ ἄνθρωποι διακατεχόμενοι ἀπό αἰσθήματα θλίψεως, ἀπομόνωσης καί βαρειῶν πολλές φορές μορφῶν κατάθλιψης, ἀναζητοῦμε τήν χαρά καί τήν λύτρωση. Ἀλλά καί παλαιότερα αὐτό συνέβαινε. Ἡ χαρά ἀποτελοῦσε ἕναν προαιώνιο πανανθρώπινο πόθο. Ὁ ἄνθρωπος τῆς Ἐδέμ ἦταν ἀθῶος, εὐδαίμων, μακάριος καί ἑπομένως χαρούμενος.
Ποιά ἦταν στ’ ἀλήθεια ἡ πηγή τῆς χαρᾶς του; Ἡ ἄνετη καί συνεχής συνομιλία του μέ τόν Θεό. Ἡ διηνεκής, ἀσταμάτητη χαρά! Θέλοντας ὅμως νά αὐτοθεωθεῖ, ἀποξενώθηκε αὐτόματα ἀπό τήν πηγή τῆς χαρᾶς καί πικράθηκε, ἐθλίβη, καταδικάσθηκε… Καί τό λυπηρό εἶναι ὅτι ἀκόμη καί σήμερα πού ζοῦμε τήν ἐποχή τῆς χάριτος στερούμαστε τῆς χαρᾶς, διψοῦμε γιά λίγες σταγόνες πνευματικῆς ξεκούρασης καί γιά ἀκόμη λιγότερες στιγμές ψυχικῆς ἀγαλλίασης. Καί μέσα σ’ αὐτόν τόν σκληρό καύσωνα τόν ὁποῖο αἰσθάνεται ἡ ψυχή μας, ὡς δρόσος πνευματική καί ὡς πρόξενος ἀληθινῆς χαρᾶς καί ἀγαλλίασης προσφέρεται ὁ Ἅγιος καί θαυμαστός Ἱεράρχης μας, Ὄσιος καί ἄκακος, πρᾶος καί ταπεινός τῇ καρδίᾳ, ἐνάρετος καί γλυκύς, ὅπως ἦταν καί κατά τήν ἐπί γῆς παρουσία του ὁ Ἅγιος Ἀχίλλιος, ὁ προστάτης καί ἀρωγός μας!
Ἐπισκέπτεται καί σήμερα τήν ποίμνη του ὡς πνευματικός Πατήρ καί ἡγιασμένος διδάσκαλος τῆς ἀληθείας, καταξιώνει τῶν πλουσίων του δωρεῶν ὅλους ἐκείνους πού μέ πίστη προσέρχονται στήν χάρη του καί στό Ναό του, ὅπου φυλάσσονται τά ἱερά καί χαριτόβρυτα ἅγια Λείψανά του. Καί προβληματίζει καί κάποιους ἄλλους, πού ἐξακολουθοῦν νά ἀμφισβητοῦν τό ὄνομα τοῦ Ἁγίου Θεοῦ, καί νά προβάλλουν τήν ἀθεΐα ὡς τρόπο ζωῆς, ἀποκαλυπτόμενος πολλές φορές σέ ἀνθρώπους πού ζοῦν μακράν τῆς Ἐκκλησίας ἤ καί σέ ἄλλους πού δέν τόν ἀνεζήτησαν ποτέ! Καί γεμίζει τίς καρδιές τους μέ τό διακαῶς ποθούμενον, πού εἶναι ἡ πληρότητα καί ἡ χαρά.
Γιατί, τελικά, ὅλοι ἐμεῖς οἱ Νεοέλληνες κάναμε ἕνα τραγικό λάθος· ἀναζητήσαμε τήν χαρά στήν ξένη δύναμη καί σέ μολυσμένες πηγές κι ἔτσι αὐτοεγκλωβισθήκαμε, στερούμενοι τά πάντα, ἀκόμη καί τό δικαίωμα νά εὐτυχοῦμε καί νά χαιρόμαστε, πού ἡ χαρά γιά τήν ψυχή μας εἶναι ὅτι τό νερό καί τό ψωμί γιά τό σῶμα μας, δηλαδή τόσο ἀναγκαῖο καί ἀπαραίτητο.
Ἔρχεται λοιπόν καί στίς μέρες μας ὁ «πνευματικός ἀδάμας» τῆς Ἐκκλησίας, ὁ Ἅγιος Ἀχίλλιος, καί μᾶς διαβεβαιώνει πώς ἡ ζωή μας ἀποκτᾶ νόημα μόνο κοντά στόν Θεό καί ὅτι ἡ χαρά γίνεται ἔνοικος στήν ψυχή μας, μαζί μέ τήν ἀγαλλίαση, τήν χάρη καί τήν εὐφροσύνη, μόνο ὅταν ἀληθινά βιώνεται.
Μᾶς διδάσκει ἀκόμη ὁ Ἅγιος πώς γιά νά ἀξιωθοῦμε τῆς ἀληθινῆς χαρᾶς, θά πρέπει νά μάθουμε νά ὑπομένουμε καί νά ἐπιμένουμε. Νά ὑπομένουμε καρτερικά τίς δυσκολίες τῆς ζωῆς, μέ πίστη καί ἐλπίδα στόν Χριστό μας, πού εἶναι ἡ ὄντως χαρά, ἡ ἀληθινή χαρά καί νά ὁμολογοῦμε τό ἅγιο ὄνομά Του, ἀκόμη καί ἐάν αὐτό ἀπαιτεῖ θυσίες, ἀφοῦ «τό πάσχειν τι διά τόν Χριστόν, γεννᾶ τήν χαράν», ὅπως σημειώνει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος.
Καί νά ἐπιμένουμε ἀνυποχώρητοι σέ θέματα πίστεως καί ζωῆς, ἀξιῶν καί ἰδανικῶν, ἔχοντας ἀκλόνητη τήν βεβαιότητα ὅτι ὁ Κύριος θά μᾶς ἐξαγάγει εἰς ἀναψυχήν, ἀφοῦ τελικά θά εἶναι μακάριος καί εὐτυχισμένος ἐκεῖνος, τόν ὁποῖο ὁ Κύριος θά βρεῖ γρηγοροῦντα καί διαρκῶς καί ἐπιμόνως ἀγωνιζόμενο ὑπέρ τῆς ἀληθείας.
Ἐξάλλου, καί ὁ Κύριος θαυματουργοῦσε καί θεράπευε καί γι’ αὐτό τόν λόγο. Γιά νά δώσει τήν χαρά σ’ ἐκείνους πού τήν ποθοῦσαν. Τό πρῶτο γνωστό θαῦμα τοῦ Χριστοῦ μας στήν Κανᾶ τῆς Γαλιλαίας, ἔγινε γιά νά μήν μείνει μισή ἡ χαρά τῶν καλεσμένων, ἀπό ἔλλειψη κρασιοῦ. Καί τό τελευταῖο θαῦμα Του, ἡ ἀνάσταση τοῦ φίλου Του Λαζάρου, ἔγινε γιά νά διώξει τήν λύπη καί νά φέρει τήν χαρά, πού προμήνυε καί τήν χαρά τῆς Ἀναστάσεως.
Αὐτῆς τῆς χαρᾶς μᾶς κάνει μετόχους καί ὁ πιστός δοῦλος Του, Ἅγιος Ἀχίλλιος, ὁ χαριτόβρυτος καί ἰαματικός. Καί σέ αὐτή τήν ἀναστάσιμη χαρά μᾶς καλεῖ νά συμμετάσχουμε, μέ τήν ἐνάρετη βιοτή του, τήν ἀκράδαντη πίστη του, τήν δύναμη τῆς ὁμολογίας του, καθώς στήν Α΄ ἐν Νικαίᾳ Οἰκουμενική Σύνοδο θαυματούργησε, κατατροπώνοντας τόν ἀδιόρθωτο αἱρεσιάρχη Ἄρειο καί προσφέροντας χαρά, δικαίωση καί ἱκανοποίηση σέ ὁλόκληρο τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας.
Διαπιστώνουμε λοιπόν πώς ὁ Ἅγιος Ἀχίλλιος προξένησε τήν χαρά σέ πολλές ἀνθρώπινες ψυχές ἀπό τῆς νεότητός του ἕως καί τῆς κοιμήσεώς του, καί μετά ἀκόμη ἀπ’ αὐτήν. Ἐβίωνε τήν χαρά τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ στήν ζωή του καί τήν διένειμε πλουσιοπάροχα. Σκόρπισε τήν χαρά, ὅταν νέος ὤν, στήν πατρίδα του, τήν ἁγιοτόκο Καππαδοκία, μοίρασε τήν περουσία του στούς ἐνδεεῖς καί τούς πτωχούς, ἀναπαύοντάς τους.
Ἔδωσε ἀργότερα χαρά καί ἔκανε τούς ἀνθρώπους νά εὐτυχοῦν, ὅταν κατέστη Ἐπίσκοπος καί Ποιμενάρχης στήν περιάκουστη Λάρισα, στηρίζοντας ἔργοις καί λόγοις τόν ταλαιπωρημένο ἀπό τούς ψευδοδιδασκάλους λαό τοῦ Θεοῦ. Ἀναγέννησε τόν λαό του, μέ τήν δυνατή καί ζέουσα πίστη του, τήν ἁγιαστική καί φιλάνθρωπη προσφορά του, τόν πύρινο λόγο του, τήν εὐγενική του φυσιογνωμία ἀκόμη καί μέ τήν ἀγγελική του ὄψη, τήν μειλίχια συμπεριφορά του, τήν διακριτική παρουσία του.
Προσέφερε χαρά στό ποίμνιό του, ὅταν ἐπιστρέφοντας ἀπό τήν Νίκαια στήν ἐπαρχία του, τούς διένειμε τά σπουδαῖα Βασιλικά δῶρα πού τοῦ ἔδωσε ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος, ὁ ὁποῖος «ἐφαιδρύνετο» καί «ἔχαιρε» διά τήν μεγαλοπρέπεια τοῦ θαύματος τοῦ Ἱεράρχου Ἀχιλλίου.
Καί μετά τήν ὁσιακή του κοίμηση ἔδωσε χαρά ἀνυπολόγιστη στά ἀπορφανισμένα πνευματικά του τέκνα, ὅταν μυρόβλυσε καί εὐωδίασε ἄπειρες φορές ὁ Ἅγιος, καί κυρίως ὅταν αὐτό τό εὐῶδες καί ἅγιο μῦρο κατέστη παυσίπονο φάρμακο πολλῶν καί ποικίλων ἀσθενειῶν.
Ἔτσι λοιπόν, πεπληρωμένοι θείας χαρᾶς καί ἐμεῖς σήμερα, εὐχαριστοῦμε τόν Θεό πού μᾶς ἐπέτρεψε νά ἔχουμε στόν Οὐρανό ἕναν τέτοιο πρεσβευτή καί πού ἐδῶ καί τριάντα τέσσερα (34) χρόνια κατέχουμε καί πάλι εὐωδιάζον τό ἱερό λείψανο τοῦ Ἁγίου Ἀχιλλίου. Τόν εὐγνωμονοῦμε πού μᾶς ἀξιώνει, καίτοι ἀναξίως, νά στεκόμαστε ἱκετευτικά ἐνώπιόν του καί πού μποροῦμε νά τόν παρακαλοῦμε νά μᾶς ἐπιδαψιλεύει τίς θεῖες του εὐλογίες, νά μᾶς δίδει ἀντί τῆς λύπης τήν πολυπόθητη χαρά, ἀντί τῆς σκληρότητος τῆς ἐποχῆς μας, τήν εἰρήνη καί τήν καταλλαγή, ἀντί τῆς ὑλικῆς πενίας τήν πνευματική εὐφορία. Τόν εὐχαριστοῦμε πού μᾶς δίδει ἀκόμη τήν δύναμη νά ἐκζητοῦμε ἀπό τόν Κύριο, ὄχι μόνο τήν χαρά καί τήν ἐσωτερική εὐφροσύνη, ἀλλά καί τήν πνευματική μας ἐνδυνάμωση, ὥστε νά ἀγωνιζόμαστε διαρκῶς, προκειμένου νά λάβουμε ἀπό τόν Κύριο, πού εἶναι ὁ αἴτιος ὄχι μόνο τῆς χαρᾶς τοῦ ἀνθρωπίνου γένους ἀλλά καί ὅλων τῶν ἀγαθῶν, τήν οὐράνια χαρά καί νά γίνουμε μέτοχοι τοῦ Παραδείσου τῆς τρυφῆς, ἀφοῦ ἐμεῖς εἴμαστε τά παιδιά του, ἐμεῖς εἴμαστε οἱ ἱκέτες του, ἐμεῖς εἴμαστε οἱ ἐκζητοῦντες τόν Κύριο, καί «οἱ ἐκζητοῦντες τόν Κύριον, οὐκ ἐλαττωθήσονται παντός ἀγαθοῦ».