Η κάθαρση της ψυχής ήταν το θέμα με το οποίο μίλησε στον κατανυκτικό εσπερινό στον Ι. Ν. Αγίου Νικολάου Λαρίσης ο Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Ξενοφώντος του Αγίου Όρους, Γέροντας Αλέξιος. Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Ιγνάτιος καλωσόρισε τον σεβαστό Γέροντα στην πόλη της Λαρίσης και τον ευχαρίστησε για την αποδοχή της προσκλήσεως, ενώ έκανε εκτενή αναφορά στον σύνδεσμο τον οποίον έχουν από της νεότητος. Ο π. Αλέξιος με την σειρά του ανταπέδωσε τους ευγενείς λόγους του Σεβασμιωτάτου μας και ανέπτυξε το θέμα της ομιλίας του, καθηλώνοντας τους αναρίθμητους πιστούς με τις ουσιώδεις αναφορές του στον τρόπο με τον οποίο οφείλουμε ως ορθόδοξοι χριστιανοί να ζούμε προκειμένου να ετοιμάζουμε την ψυχή μας για την μέλλουσα κρίση.
Στην ομιλία του ο Γέροντας τόνισε: “ἡ Ἁγία Ἐκκλησία μας ἔρχεται μὲ τοὺς ἁγίους Πατέρας νὰ μᾶς λυτρώσει, ὁρίζοντας τὴν ὁδὸ τῆς καθάρσεως τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὰ πάθη. Αὐτὸ εἶναι τὸ σωτηριῶδες ἔργο τῆς Ἐκκλησίας: νὰ ζωοποιήσει τὴν νεκρωμένη ἀπὸ τὴν ἁμαρτία ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου, νὰ θεραπεύσει καὶ νὰ ἐλευθερώσει τὸν ἡγεμόνα νοῦ ἀπὸ τὴν δουλεία τῶν παθῶν, μὲ τὴν ὅλη ἀσκητικὴ καὶ πνευματικὴ ζωὴ τῆς ἐγκρατείας καὶ τῆς ἐφαρμογῆς τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Νὰ μᾶς λυτρώσει ἀπὸ τὸ ναυάγιο στὸ ὁποῖο ἐπιδιώκει νὰ μᾶς ὁδηγήσει ὁ ἀρχαῖος τοῦ ἀνθρώπου ἐχθρός, μὲ τὴν ἀπελπισία καὶ τὴν ἀπόγνωσι. «Τοῦτο, κόπος ἐστίν ἐνώπιον ἡμῶν, ἕως οὗ εἰσέλθῃ εἰς τὸ ἁγιαστήριον ἡμῶν τὸ πῦρ τῆς Θεότητος». Γιὰ νὰ λάβουμε λοιπὸν Πνεῦμα, πρέπει νὰ χύσουμε αἷμα, μᾶς συνιστοῦν οἱ θεῖοι Πατέρες. Πλὴν ὅμως, ὁ ἀγώνας αὐτὸς εἶναι σωτήριος, καὶ οἱ καρποί του μένουν στὸν αἰῶνα.”
Και κατέληξε λέγοντας: “Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί. Ἡ πορεία πρὸς τὴν τελείωσι, τὴν θέωσι, ποὺ εἶναι ὁ προορισμὸς τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ εἶναι τὸ ποθούμενο τῆς ζωῆς μας, δὲν εἶναι εὐθεία, οὔτε ὁμαλή· ἔχει πολλὲς παρακάμψεις καὶ πολλὰ ἀπρόοπτα. Πότε παρασυρόμαστε ἀπὸ ἀδιάκριτο ζῆλο, πότε βυθιζόμαστε στὴν ἀκηδία, πότε μᾶς καλύπτουν τὰ κύματα τῶν πειρασμῶν, πότε θλιβόμαστε καὶ μελαγχολοῦμε μὲ τὶς δοκιμασίες τοῦ παρόντος βίου, πότε κυριαρχεῖ ἡ ὀλιγοπιστία ἐντός μας. Εἶναι «στενὴ καὶ τεθλιμμένη ἡ ὁδός», ἡ ὁδηγοῦσα στὴν ἄνω Ἱερουσαλήμ. Προϋποθέτει ὑπακοή, ἐλπίδα καὶ ὑπομονή. Ἀπαιτεῖ συμπόρευσι, συσταύρωσι καὶ συνέκρωσι μετὰ τοῦ Χριστοῦ, γιὰ νὰ ἀπολαύσουμε τὴν χαρὰ τῆς αἰωνίου Ἀναστάσεως καὶ μακαριότητος. Ἡ ταπείνωσις καὶ ἡ μετάνοια, ἑλκύει τὴν θεία Χάρι καὶ φωτίζει τὸν ἄνθρωπο. Ἔτσι μποροῦμε νὰ ἀγαπήσουμε πραγματικὰ τὸν Θεό, καὶ νὰ ἔχουμε ἀληθινὴ αἴσθησι τοῦ Θεοῦ. Δὲν πρέπει νὰ μᾶς διαφεύγει πὼς ἡ κοινωνία μετὰ τοῦ Θεοῦ ἀπαιτεῖ ἀγῶνα, ποὺ σημαίνει μετάνοια. Καὶ νὰ μὴ λησμονοῦμε πὼς οἱ ἁμαρτίες μας, οἱ ἀλλαγές μας, οἱ ἀποφάσεις μας, οἱ προσπάθειές μας, οἱ ἐξομολογήσεις μας, ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον εἶναι παραστατικὰ στοιχεῖα τοῦ πόσο ἀγαποῦμε ἢ δὲν ἀγαποῦμε τὸν Θεό. Εἶχα ἀκούσει ἀπὸ Γέροντα μία χαρακτηριστικὴ ἱστορία. Πῆγε σ᾿ ἕνα πνευματικὸ ἕνας ἄνθρωπος μὲ πολλὲς ἁμαρτίες. Ἐξομολογήθηκε καὶ ζήτησε στὸ τέλος νὰ τοῦ πεῖ ὁ πνευματικὸς ἂν συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες του. Ὁ Γέροντας τοῦ εἶπε: -Θὰ κάνω προσευχὴ στὴν Παναγία, καὶ ὅ,τι μοῦ φανερώσει θὰ σοῦ τὸ πῶ. Ὅλη τὴν νύχτα, προσευχήθηκε ὁ Γέροντας. Τὸ πρωί, βρέθηκε πάλι κοντὰ στὸν πνευματικὸ ὁ ἐξομολογηθείς. -Γέροντα, τί ἔχεις νὰ μοῦ πεῖς; Τότε ὁ πνευματικὸς τοῦ ἔδωσε ἕνα βαρελάκι καὶ τοῦ εἶπε: -Ἡ Παναγία μοῦ εἶπε νὰ σοῦ δώσω αὐτὸ τὸ βαρελάκι, κι ὅταν τὸ γεμίσεις μὲ νερό, θὰ συγχωρεθοῦν ὅλες οἱ ἁμαρτίες σου. Ὅλη τὴν ἡμέρα, γύρισε σὲ ποτάμια καὶ βρύσεις νὰ γεμίσει τὸ βαρελάκι, μὰ οὔτε σταγόνα νερὸ δὲν μπῆκε μέσα. Τὸ ἀπόγευμα περίλυπος γύρισε στὸν Γέροντα καὶ μὲ πόνο ψυχῆς τοῦ λέγει: – Εἶμαι πολὺ ἁμαρτωλός, Γέροντα, δὲν μὲ συγχωρεῖ ὁ Θεός! Καὶ τότε δύο δάκρυα καυτὰ μετανοίας κύλισαν ἀπὸ τὰ μάτια τοῦ ἁμαρτωλοῦ καὶ ἔπεσαν μέσα στὸ βαρελάκι, καὶ γέμισε! -Αὐτὸ ζητοῦσε ἀπὸ σένα ὁ Θεός, παιδί μου, ἀληθινὴ μετάνοια, γιὰ νὰ σὲ συγχωρήσει, εἶπε ὁ Γέροντας. Μετάνοια σημαίνει ἀλλαγὴ πλεύσης. Ὁ νοῦς μου δέχεται τὸν Θεό, καὶ προχωρεῖ ὅλο καὶ περισσότερο πρὸς τὸν Θεό, ἡ κοινωνία μου μὲ τὸν Θεὸ γίνεται πιὸ σταθερὴ καὶ γνήσια, ἡ ἕνωσίς μου μαζί Του ὅλο καὶ αὐξάνει, καὶ ἡ ἀγάπη γίνεται ἐσωτερικὴ χαρὰ καὶ φῶς καὶ εἰρήνη. Ἡ ἀληθινὴ μετάνοια μᾶς συμφιλιώνει μὲ τὸν Θεό καὶ ἑδραιώνεται ἡ πρὸς Θεὸ ἀγάπη «ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς καὶ ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος μας». Αὐτὴ ἡ ἀγάπη μας πρὸς τὸν Θεὸν εἶναι ὁ πιὸ μεγάλος μισθὸς ποὺ κερδαίνουμε, εἶναι ἡ ἐντὸς ἡμῶν βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἡ πνευματικὴ ἡδονὴ καὶ ἀπόλαυσι (Ἁγ. Ἰω. Χρυσοστόμου). Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἀνάπαυσι τῆς ψυχῆς καὶ ἡ αἰώνια μακαριότης, διὰ τὴν ὁποῖα «οὐκ εἰσιν ἄξια τὰ παθήματα τοῦ νῦν καιροῦ». Αὐτὴ τὴν ἀγάπη μᾶς τὴν χαρίζει ἡ καθαρότητα τῆς καρδιᾶς, ποὺ τὴν διεργάζεται ἡ μετάνοια. Μὲ τὴν ἄσκησι, τὴν μετάνοια καὶ γενικῶς τὴν ἐν πνεύματι ζωή, ἀπολαμβάνουμε πλούσια τὴν θεία Χάρι ποὺ θὰ μᾶς καθαρίζει «ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ σαρκὸς καὶ πνεύματος» καὶ καρποφορεῖ ἡ διπολικὴ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό καὶ τὸν πλησίον μας, ποὺ ἀποτελεῖ καὶ τὴν πρόγευσι τοῦ Παραδείσου ἀπὸ τὴν παροῦσα ζωή.”