Ο Αγώνας της Εθνικής Οργάνωσης Κυπρίων Αγωνιστών (Ε.Ο.Κ.Α.) 1955 – 1959

Αυγουστίνος (Ντίνος) Αυγουστή.

Ο αγώνας του 1955-1959 στην Κύπρο αποτελεί ό,τι πιο ωραίο και υψηλό έχει να επιδείξει ο Ελληνισμός της Κύπρου. Πρόκειται για έναν αγώνα που ανέδειξε ηρωισμούς και ολοκαυτώματα και οδήγησε τελικά στην αποτίναξη του αγγλικού ζυγού. Είχε ως αποτέλεσμα το τέλος της αποικιοκρατίας στην Κύπρο, τη φυγή των ‘Αγγλων και τη δημιουργία του κυπριακού κράτους.
Ο αγώνας της Ε.Ο.Κ.Α. του 1955-59, δεν προέκυψε τυχαίως. Ήταν η απάντηση στο «ουδέποτε» των Βρετανών στο αίτημα των Κυπρίων για Ένωση με την μητέρα Ελλάδα.
Όταν το 1878 η Κύπρος παραχωρείται από τους Τούρκους στους Βρετανούς, οι Έλληνες της Κύπρου καθώς βλέπουν να τερματίζεται ο Οθωμανικός ζυγός, τους υποδέχονται σχεδόν ως ελευθερωτές.
Ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Σωφρόνιος δήλωνε:
«Δεχόμεθα την μεταβολή της κυβερνήσεως, τοσούτο μάλλον καθ΄όσον πεποίθαμεν η Μ. Βρετανία θα βοηθήσει την Κύπρον, όπως έκαμεν με τας Ιονίους νήσους, ίνα αύτη ενωθεί μετά της μητρός Ελλάδος μετά της οποίας είναι εθνικώς συνδεδεμένη».
Ο λαός προσυπογράφει τα λόγια του Αρχιεπισκόπου και προσεύχεται:
«Θεέ μου και αξίωσε μας – την Ένωση να δούμε – κι’ ας δεν έχουμε με ψουμίν – μήτε νερό να πιούμεν».
Κυρίαρχο στοιχείο της ζωής των Ελλήνων της Κύπρου ήταν πάντοτε το όραμα της Ελλάδας. Από τότε, στα 1500 π.χ. που εγκαταστάθηκαν στην Κύπρο οι Μυκηναίοι και αργότερα τον 13ον αιώνα π.χ. οι Αχαιοί. Στα χρόνια της Αγγλοκρατίας όμως η προσπάθεια των Ελλήνων της Κύπρου και όχι μόνο για ελευθερία και Ένωση με την μητέρα Ελλάδα γίνεται εντονότερη. Χαρακτηριστικά ο Αλεξανδρινός ποιητής Κωνσταντίνος Π. Καβάφης γράφει μεταξύ άλλων σ’ ένα κείμενό του το 1893: «Ας ελπίσουμεν ότι μίαν ημέραν οι πόθοι των Κυπρίων, ή ορθότερον, οι πόθοι των Ελλήνων όλων περί της ενώσεως της νήσου μετά του Ελληνικού Βασιλείου θα εκπληρωθούν».
Και ο Βασίλης Μιχαηλίδης ο οποίος δικαίως ονομάσθηκε Εθνικός ποιητής της Κύπρου με την γραφίδα του δημιουργεί στίχους που αποτελούν κατάθεση ελληνικότητας.
«Η Ρωμιοσύνη εν φυλή συνότζαιρη του κόσμου
κανένας δεν ευρέθηκεν για να την ιξηλείψει.
Κανένας! Γιατί σκέπει την που τα’ άψη ο θεός μου.
Η Ρωμιοσύνη θα χαθεί όντας ο κόσμος λείψη!»
Στις 17 Οκτωβρίου του1915 η Κύπρος παραχωρείται στην Ελλάδα με την προϋπόθεση η Ελλάδα να εμπλακεί στον 1ον Παγκόσμιο πόλεμο παρά το πλευρό των ‘Αγγλων. Η προσφορά απορρίπτεται από τον τότε πρωθυπουργό Αλέξανδρο Ζαΐμη. Ήταν η μοναδική περίπτωση που οι Βρετανοί αποδέχονταν την Ένωση κάτι που καταδεικνύει ότι αναγνώριζαν την Ελληνικότητα της Κύπρου.
Όταν το 1928 οι Αποικιοκράτες οργάνωσαν εορτασμούς με την ευκαιρία της συμπληρώσεως 50 χρόνων αγγλικής κατοχής, οι Έλληνες της Κύπρου δράττονται της ευκαιρίας για να διαμαρτυρηθούν για την συνέχιση της.
Ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Κύριλλος Γ’ έγραφε μεταξύ άλλων προς την Βρετανική κυβέρνηση:
«Επί 50 έτη εκρατήθημεν μακράν των μητρικών αγκαλών, κρατούμεθα δε και νύν, παρά την εκφρασθείσαν πλειστάκις, πολλαχώς και πολυτρόπως, ομόφωνον ημών γνώμην, όπως ενωθούμεν μετά της Μητρός Ελλάδας».
Τον Οκτώβριο του 1931 ο Μητροπολίτης Κιτίου Νικόδημος Μυλωνάς κάλεσε τον λαό σε ανυπακοή προς τους σκληρούς νόμους του κατακτητή, ο οποίος προσπαθεί διά πυρός και σιδήρου να τον αφελληνίσει καταργώντας τις συνταγματικές του ελευθερίες και ασκώντας καταπιεστικά μέτρα στην ελληνική παιδεία της Κύπρου. Η επανάσταση πνίγεται στο αίμα.
Οι ελπίδες για ένωση αναπτερώνονται, όταν η Ελλάδα πολεμούσε τον φασισμό μαζί με τους συμμάχους. Τότε ακριβώς οι Βρετανοί καλούσαν τους Κύπριους να πολεμήσουν, δια την Ελλάδα και την Ελευθερίαν. Ανταποκρινόμενοι στην πρόσκληση, 35.000 Κύπριοι πολεμούν τον άξονα, αρκετοί δε έπεσαν πολεμώντας στα πεδία των μαχών. Όμως οι αρχές του καταστατικού χάρτη των Ηνωμένων Εθνών που προήλθαν μέσα από ποταμούς αίματος και που προνοούν την αυτοδιάθεση των λαών, στην περίπτωση της Κύπρου δεν βρίσκουν εφαρμογή.
Γι’ αυτό και ο κυπριακός λαός το 1947 και το 1948 διοργανώνει παγκύπρια συλλαλητήρια και απαιτεί από την Αγγλική κυβέρνηση το δικαίωμα της αυτοδιαθέσεως.
Τότε η Εθναρχία της Κύπρου διοργανώνει το ενωτικό δημοψήφισμα στις 15 Ιανουαρίου 1950, όπου ο λαός της Κύπρου αξίωσε δια της υπογραφής του σε ποσοστό 97% την ένωση της Κύπρου με την μητέρα Ελλάδα. Την ένωση ψήφισαν ακόμα και πολλοί Τουρκοκύπριοι, Αρμένιοι κ.α.
Στην Ελλάδα την αρχική επιφυλακτικότητα διαδέχεται μια απόφαση της βουλής που στήριξε τον ενωτικό αγώνα των Ελλήνων της Κύπρου. Η Δ΄ αναθεωρητική βουλή των Ελλήνων διερμηνεύουσα τα αισθήματα ολόκληρου του Ελληνικού λαού, διαδηλεί την αλληλεγγύην της προς τον Εθνικόν αγώνα του αδελφού λαού της Ελληνικής Κύπρου υπέρ της ενώσεως του μετά της μητρός πατρίδος.
Ο Πρωθυπουργός της Ελλάδος Αλέξανδρος Παπάγος συναντάται με τον υπουργό εξωτερικών της Μ. Βρετανίας ‘Αντονυ Ήντεν, θέτει το αίτημα αυτοδιαθέσεως των Κυπρίων για να λάβει την εξής απάντηση: «Θα επαναλάβω εκείνο το οποίον είπα και άλλοτε, δηλαδή δια την Βρετανική κυβέρνηση δεν υφίσταται Κυπριακόν ζήτημα, ούτε εις το παρόν, ούτε εις το μέλλον».
Η αγγλική πολιτική για την Κύπρο παραμένει σκληρή και άκαμπτη.
Ύστερα απ’ όλες αυτές τις αρνήσεις και τις προσπάθειες των Βρετανών να αλώσουν το φρόνημα του Κυπριακού Ελληνισμού όλα πήραν τον φυσικό τους δρόμο. Από εδώ και πέρα τα γεγονότα θα εξελιχθούν ραγδαίως.
Δεν είναι τυχαίο που ο μεγάλος μας ποιητής Γιώργος Σεφέρης, όταν επισκέπτεται την Κύπρο το 1953,επισημαίνει την προσπάθεια των Βρετανών για αφελληνισμό των Κυπρίων σημειώνοντας:
«Και τούτα τα κορμιά
πλασμένα από ένα σώμα που δεν ξέρουν, έχουν ψυχές.
Μαζεύουν σύνεργα για να τις αλλάξουν
Δεν θα μπορέσουν, μόνο θα τις ξεκάμουν
Αν ξεγίνονται οι ψυχές…» «Σαλαμίνα της Κύπρου».
Και ένας άλλος ποιητής, ο Γιάννης Παπαδόπουλος γράφει:
«Όταν πιά είδαμε και αποείδαμε
με τα τηλεγραφήματα και τις πρεσβείες
κλείσαμε τη μικρή ζωή μας σ’ ένα φάκελο…
Τον στείλαμε χωρίς το γραμματόσημο με τη ξένη βασίλισσα
Ταξίδεψε με χίλιους δικούς μας συνδέσμους…» «Το γράμμα και η οδός».
Οι αρνητικές θέσεις της Βρετανικής κυβερνήσεως για την εφαρμογή της αρχής της αυτοδιαθέσεως για την Κύπρο απετέλεσαν καταλυτικό ρόλο για τις περαιτέρω εξελίξεις. Θα λέγαμε δηλαδή ότι όλα πήραν τον φυσικό τους δρόμο. Αυτό της δυναμικής διεκδικήσεως του προαιώνιου πόθου. Την τελευταία δήλωση του Υφυπουργού Αποικιών Χένρυ Χόντκινσον, στις 28 Ιουλίου 1954, ο οποίος δήλωσε ότι η Κύπρος είναι περιοχή με στρατηγική αξία και γι’ αυτή «ουδέποτε» θα εφαρμοσθεί η αρχή της αυτοδιαθέσεως, ακολούθησε η προσφυγή της Ελλάδος στον ΟΗΕ στις 16 Αυγούστου 1954, που ζητούσε εφαρμογή της αρχής των ίσων δικαιωμάτων και της αυτοδιαθέσεως για τον Κυπριακό λαό. Τελικώς η Γ.Σ του ΟΗΕ στις 17 Δεκεμβρίου 1954, αποφασίζει να μη εξετάσει περαιτέρω το θέμα το φέρον τον τίτλον «Εφαρμογή υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών της αρχής των ίσων δικαιωμάτων και της αυτοδιαθέσεως των λαών εις την περίπτωση της Κύπρου».
Την επομένη μέρα ο Εθνάρχης Μακάριος σε ομιλία του προς τον Κυπριακό λαό διακήρυξε:
«Ο αγών μας θα είναι συνεχής, έντονος και μέχρι τέλους. Δεν θα συνθηκολογήσομεν με τον κυρίαρχον. Δεν θα συνεργασθώμεν εν ουδεμία περιπτώσει μετ’ αυτού».
Ο κόμπος έφθασε στο χτένι. Οι Κύπριοι αποφασίζουν να σταματήσουν την ροή του χρόνου της δουλείας με κάθε τρόπο. Αντιλαμβάνονται πως η ελευθερία δεν χαρίζεται, αλλά κερδίζεται με αγώνες και θυσίες. Προηγήθηκε προπαρασκευή του αγώνα που σηματοδοτείται με τον όρκο της 7ης Μαρτίου 1953, στην Αθήνα. Δώδεκα Έλληνες ορκίσθηκαν και υπέγραψαν το ιστορικό έγγραφο που απετέλεσε το συμβόλαιο της επαναστάσεως. Στους πρωτεργάτες ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος ο οποίος ανέλαβε την πολιτική ευθύνη του αγώνα κι ο τότε συνταγματάρχης ε.α. Γεώργιος Θεοδώρου Γρίβας, ο οποίος θα ήταν πλέον ο πολεμικός αρχηγός. Ο Διγενής αφίχθηκε μυστικά στην Κύπρο και οργάνωσε τις ομάδες. Την ίδια εποχή εκπαιδεύονται Κύπριοι φοιτητές στην Αθήνα και την Κρήτη από τους αδελφούς Μπαντουβά για τον ένοπλο αγώνα. Ταυτοχρόνως μεταφέρονται με κάθε μυστικότητα όπλα και άλλο πολεμικό υλικό στην Κύπρο όπου εκπαιδεύονται οι πρώτες ανταρτικές ομάδες, κυρίως από τον Γρηγόρη Αυξεντίου, Κύπριο έφεδρο αξιωματικό του Ελληνικού στρατού. Οι προετοιμασίες για την έναρξη του αγώνα συμπληρώθηκαν τον Μάρτιο του 1955.
31 Μαρτίου 1955… Η ώρα της δράσεως πλησιάζει. Εκκωφαντικές εκρήξεις συγκλονίζουν την Κύπρο 30 λεπτά μετά τα μεσάνυκτα της 31ης Μαρτίου. Την 1η Απριλίου κυκλοφόρησε η πρώτη προκήρυξη της Ε.Ο.Κ.Α που μεταξύ άλλων έλεγε: «Με την βοήθεια του Θεού, με πίστην εις τον τίμιον αγώνα μας, με την συμπαράστασιν ολόκληρου του Ελληνισμού και την βοήθεια των Κυπρίων, αναλαμβάνομεν τον αγώνα διά την αποτίναξιν του αγγλικού ζυγού, με σύνθημα εκείνο το οποίον μας κατέλειπαν οι πρόγονοί μας ως ιεράν παρακαταθήκη. «Ή ταν ή επί τας».
Αδελφοί Κύπριοι,
Από τα βάθη των αιώνων μας ατενίζουν όλοι εκείνοι, οι οποιοι ελάμπρυναν την Ελληνικήν Ιστορία δια να διατηρήσουν την ελευθερίαν των: Οι Μαραθωνομάχοι, οι Σαλαμινομάχοι, οι Τριακόσιοι του Λεωνίδα και οι νεώτεροι του Αλβανικού έπους. Μας ατενίζουν οι αγωνισταί του 21, οι οποίοι μας εδίδαξαν ότι η επελευθέρωσις από τον ζυγόν του δυνάστου αποκτάται πάντοτε με το αίμα. Μας ατενίζει ακόμη σύμπας ο Ελληνισμός, ο οποίος και μας παρακολουθεί με αγωνίαν, αλλά και με εθνικήν υπερηφάνειαν…».
Την πρώτη νύκτα του αγώνα έπεσε ο πρώτος αντάρτης. Ο Μόδεστος Παντελή που είχε αναλάβει να χτυπήσει στη στρατιωτική βάση των Βρετανών στη Δεκέλεια, στην προσπάθειά του να προκαλέσει γενική διακοπή του ηλεκτρικού ρεύματος.
Παράλληλα και σε πλήρη συνεργασία με την ΕΟΚΑ λειτουργούσαν άλλες δύο σημαντικές οργανώσεις. Η Πολιτική επιτροπή πολιτικού αγώνα (Π.Ε.Κ.Α) που είχε ως αποστολή την δημιουργία ενός ισχυρού και αδιάσπαστου εσωτερικού μετώπου και η ‘Αλκιμος Νεολαία της ΕΟΚΑ (ΑΝΕ) που φρόντιζε για την διοργάνωση των διαδηλώσεων, την ρίψη φυλλαδίων, την έκδοση περιοδικών, την μεταφορά επιστολών, την υποβολή εκθέσεων στους αρμοδίους για πιθανούς στόχους, κ.τ.λ. Όπως ήταν φυσικό την ΑΝΕ αποτελούσαν νέοι που ξεχώριζαν για την ανδρεία και τον πατριωτισμό τους. Αρκετοί απ’ αυτούς σκοτώθηκαν στις διαδηλώσεις. Πρώτος και καλύτερος ο Πετράκης Γιάλλουρος, που κρατώντας ψηλά την ελληνική σημαία σκοτώθηκε από τους Βρετανούς στρατιώτες στις 7 Φεβρουαρίου 1956 σε μαχητική διαδήλωση στην Λευκωσία φωνάζοντας «Ζήτω η ΕΝΩΣΙΣ». Οι ‘Αγγλοι για να εκδικηθούν τα παιδιά, έκλεισαν τα σχολεία και τότε ξανάζησε στην Κύπρο το «Κρυφό σχολειό». Οι εκκλησίες, οι θρησκευτικές οργανώσεις, τα σπίτια μεταβλήθηκαν σε σχολεία.
Γεμάτος θαυμασμό ο ποιητής γι’ αυτά τα παιδιά που έγιναν άνδρες σε μια νύκτα του 1955 γράφει:
«Τι να σου πω για Θερμοπύλες, Μαραθώνες  όταν τη μάχη δίνετε με πέτρες στην αυλή μας, – όταν παιχνίδι σας είναι μονά  ζυγά με σφαίρες  μονά, ζυγά με λευτεριά ή θάνατο»…
Μα και ο Διγενής γράφει στα απομνημονεύματά του: Μια χώρα αξίζει ότι αξίζει η νεολαία της».
Και οι γυναίκες της Κύπρου προσέφεραν τα πάντα στον αγώνα λαμβάνοντας μέρος σε πολλαπλές και δύσκολες αποστολές. Πολλές συνελήφθησαν, φυλακίσθηκαν, βασανίσθηκαν, εξευτελίσθηκαν, πείνασαν και δίψασαν, όμως έμειναν ολόρθες και δεν λύγισαν.
Είναι γνωστό πως στους απελευθερωτικούς αγώνες του Έθνους η εκκλησία διαδραματίζει πολύ σημαντικό ρόλο. Ως πολιτικό αρχηγό της η ΕΟΚΑ είχε τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο Γ’, που οι ‘Αγγλοι εξόρισαν μαζί με τον τότε Μητροπολίτη Κερυνείας Κυπριανό, τον Παπασταύρο Παπαθαγγέλου (που δικαίως τον αποκάλεσαν Παπαφλέσα της Κύπρου) και τον Πολύκαρπο Ιωαννίδη στις Σεϋχέλλες.
Πριν την έναρξη του αγώνα οι θρησκευτικές οργανώσεις και τα σωματεία που ίδρυσε η εκκλησία μετατράπηκαν σε χώρους προετοιμασίας των αγωνιστών. Σημαντικότερα απ’ αυτά ήταν η Ορθόδοξη Χριστιανική Ένωση Νεών και Νεανίδων (Ο.Χ.Ε.Ν), τα θρησκευτικά Ορθόδοξα Ιδρύματα (Θ.Ο.Ι) τα κατηχητικά σχολεία, κ.α. Απ’ αυτές προέρχονταν οι περισσότεροι αγωνιστές της Ε.Ο.Κ.Α. Τα μοναστήρια έγιναν τόποι καταφυγής και τροφοδοσίας των ανταρτών.
Η τετραετία 1955-59 καταγράφηκε στην ιστορία ως η κορυφαία περίοδος στην ιστορία του Κυπριακού Ελληνισμού. Η δράση της Ε.Ο.Κ.Α. την περίοδο εκείνη ήταν αποτέλεσμα της αποφασιστικότητας και της ενότητας λαού και ηγεσίας, καθώς και του πνεύματος αυταπαρνήσεως και αυτοθυσίας εκ μέρους των μελών της που προκαλούσε τον θαυμασμό ολόκληρου του κόσμου και την κατάπληξη στους Βρετανούς δυνάστες. Ο Κυπριακός λαός προστάτεψε και περιφρούρησε με κάθε τρόπο τους αγωνιστές. Τα ελάχιστα αρνητικά περιστατικά δεν αξίζουν καμίας αναφοράς. Είναι χαρακτηριστικό να αναφερθεί πως την αξία της Ε.Ο.Κ.Α. αναγνώρισαν ακόμα και οι αντίπαλοι και διώκτες της, όπως ο Στρατάρχης σερ Τζον Χάρτντινγκ. Οι Κουβανοί και Ιρλανδοί την θεώρησαν ως αξιομίμητο πρότυπο. Την προσπάθεια των αγωνιστών της Ε.Ο.Κ.Α. εξήρε ακόμα και η Σοβιετική Ένωση, τον δε στρατιωτικό Αρχηγό της Διγενή τίμησε ομοφώνως ως άξιο τέκνο της πατρίδας η Ελληνική Βουλή. Ανάλογες τιμές του απέδωσαν η Ακαδημία Αθηνών και άλλοι φορείς στην Ελλάδα.
Ο επικός αγώνας της Ε.Ο.Κ.Α. που άρχισε την 1η Απριλίου 1955 από επώνυμους και ανώνυμους αγωνιστές, αλλά και ολόκληρο τον Κυπριακό ελληνισμό ενσάρκωσε τους θρύλους και τα οράματα της φυλής μας.
Με λιγοστά και παμπάλαια όπλα απειροπόλεμα και αμούστακα παιδιά αναμετρήθηκαν με τους σιδερόφρακτους και άφησαν τον κόσμο κατάπληκτο. Ο λαός μας συμμετείχε σε όλες τις φάσεις του αγώνα στον βαθμό που μπορούσε. «Ο καθείς μα τα όπλα του» όπως λέει και ο ποιητής.
Οι αποικιοκράτες χρησιμοποιούν όλα τα μέσα για να καταπνίξουν την επανάσταση.
Στήνουν αγχόνες, εκτελούν, βασανίζουν. Εννιά νέοι απαγχονίσθηκαν αφού υπέστησαν φρικτά και απάνθρωπα σωματικά και ψυχικά μαρτύρια. Καραολής, Δημητρίου, Ζάκος, Πατάτσος, Μιχαήλ, Παναγίδης, Κουτσόφτας, Μαυρομάτης και Παλληκαρίδης, βάδισαν ευθυτενείς και αγέρωχοι προς την αγχόνη ψάλλοντας τον Εθνικό Ύμνο και ζητωκραυγάζοντας Ζήτω η ΕΛΛΑΔΑ – Ζήτω η ΕΝΩΣΙΣ. Οι απαγχονισθέντες όλοι νέοι ηλικίας 19-24 ετών, θάβονται μυστικά, νύκτα, αφού προηγουμένως περιέλουσαν τα νεκρά σώματά τους με υδροχλωρικό οξύ ώστε να μην εντοπισθεί ποτέ ο ακριβής τόπος της ταφής τους εντός των κεντρικών φυλακών Λευκωσίας, χωρίς την παρουσία της μάνας, του πατέρα, των φίλων και των συγγενών.
Στα φυλακισμένα μνήματα αναπαύονται ακόμα άλλοι τέσσερις ήρωες μας, ο Μάρκος Δράκος, ο Γρηγόρης Αυξεντίου, ο Στυλιανός Λένας και ο Κυριάκος Μάτσης που έπεσαν στο πεδίο της τιμής και οι ‘Αγγλοι αρνήθηκαν να δώσουν τις σορούς τους στις οικογένειές τους φοβούμενοι την οργή του λαού κατά την κηδεία τους.
Το ελληνικό έπος της Κύπρου έχει πάνω απ’ όλα να επιδείξει πρότυπα ηρώων ανεπέρβλητα και αθάνατα. Οι αγωνιστές μας περήφανοι αντιπαρατέθηκαν με την αλαζονία του κατακτητή και μας δίδαξαν πως η λιτότητα υπερισχύει όταν συγκρούεται με τον στόμφο.
Σκυταλοδρομία θανάτου μπορεί να χαρακτηρισθεί η τετραετία 1955-59. Οι μελλοθάνατοι δεν αγωνιούν για την ζωή τους, αλλά για το ποιος θα σύρει πρώτος τον χορό της αγχόνης.
Οι κρατούμενοι στις φυλακές πεθαίνουν έπειτα από φρικτά βασανιστήρια. Τελευταίο θύμα των βασανιστηρίων ο Γεώργιος Χριστοφόρου, από την σύθλιψη του κρανίου του με την μέθοδο του σιδερένιου στεφανιού. Τραγική σύμπτωση είναι ότι ο πατέρας του ήρωα πολέμησε παρά το πλευρό των Βρετανών στον 2ον Παγκόσμιο πόλεμο.
Ο Μακάριος ορκιζόταν «Να κολληθεί η γλώσσα μου στον λάρυγγα μου και να κοπή η δεξιά μου εάν επιλάθωμαι σου ω Ελλάς». Ο Διγενής, ο Αυξεντίου, ο Μάτσης και οι 4 του Λιοπετρίου πρόταξαν στους δυνάστες το «Ή ταν ή επί τας», ο Παλληκαρίδης έκανε πράξη το «Θα πάρω μια ανηφοριά, θα πάρω μονοπάτια, να βρω τα σκαλοπάτια, που παν στην λευτεριά» και η ηρωομάνα Αντωνού Αυξεντίου δήλωνε «Κάλλιο μια φούχτα στάχτη ο λεβέντης μου παρά γονατισμένος».
Ο αγώνας περνούσε διαρκώς από δραματικές φάσεις. Οι κρίσιμες αναμετρήσεις διαδέχθηκαν η μία την άλλη. Το Πάνθεον των ηρώων καθημερινώς εμπλουτίζεται με νέα ονόματα. Οι 4 του αχυρώνα, Κάρυος, Πίτας, Παπακυριακού, Σαμάρας, ο Τσαγκάρης, ο Ροτσίδης, ο Γιωργάλλας, ο Χαραλάμπους, ο Μούσκος, ο Κατελάρης και άλλοι πολλοί και άλλοι πολλοί.
Το θαύμα του 1955-59 το συνέθλιψε δυστυχώς η Βρετανική δολιότητα και δολοπλοκία. Οι ‘Αγγλοι δήλωναν ξεκάθαρα πως «Η πολιτική δεν έχει και δεν επιτρέπεται να έχει κώδικα ηθικής…».
Γι’ αυτό και στην προσπάθειά τους να καταπνίξουν τον αγώνα της ΕΟΚΑ χρησιμοποίησαν κάθε δόλιο μέσο.

«Οι ηρωισμοί, τα κατορθώματα και η αυτοθυσία των Κυπρίων αγωνιστών είχαν δημιουργήσει ένα κλίμα περηφάνειας κι ένα αίσθημα εμπιστοσύνης και αυτοπεποίθησης στα πλατειά λαϊκά στρώματα, που έβλεπαν τον Κυπριακό αγώνα με τον ενθουσιασμό, τη νοοτροπία και την πίστη των προηγούμενων απελευθερωτικών αγώνων του Έθνους, και με αποκλειστικά κριτήρια την ανθρώπινη λεβεντιά, τον ηρωισμό και τα μεγάλα ανδραγαθήματα.
Απέναντι στα αγνά αυτά ελατήρια και την αγνή ψυχή του λαού η Βρετανική πολιτική ετοίμαζε επιδέξια, μέσα από τις σκοτεινές ατραπούς της έμπειρης διπλωματίας της, τα δικά της σχέδια, που ήταν αδύνατο να συλλάβει τη σατανικότητά τους η πλημμυρισμένη από γνήσιο πατριωτισμό και συναισθηματικότητα, αλλά στερημένη από πολιτική πείρα και παράδοση, Κυπριακή λαϊκή ψυχή.
Τις γενικές δυσχέρειες επέτεινε ακόμη περισσότερο η εμπλοκή της Ελλάδας στα συμμαχικά της πλαίσια, πράγμα που ανάγκαζε τις εκάστοτε Ελληνικές Κυβερνήσεις να συμπλέουν με απόψεις άσχετες προς το χαρακτήρα του θέματος και να τοποθετούν ενίοτε τα ευρύτερα συμμαχικά συμφέροντα υπεράνω των εθνικών. Το πνεύμα αυτό της διαλλακτικότητας δημιουργούσε πολλές φορές πιεστικές καταστάσεις στον Κυπριακό παράγοντα κι έκανε το θέμα να παρεκκλίνει από την πορεία του».
(Νίκου Κρανιδιώτη «Δύσκολα Χρόνια» σελ. 249)

Όταν, κατά την περίοδο της Ε.Ο.Κ.Α., οι Καραμανλής και Τσάτσος καθύβριζαν τους Κυπρίους επειδή δε δέχονταν τις ανακωχές και τα σχέδια που και τότε επροτείνοντο πιεστικώς εξ Αθηνών, ο Γιώργος Σεφέρης -διπλωμάτης τότε – αντιδρούσε και έγραφε στο ημερολόγιό του: «Μα, γιατί τους βρίζουν τόσο;»
Οι αγωνιστές της Ε.Ο.Κ.Α. πιστοί στον Αθηναϊκό όρκο «Ου κατεσχύνης τα όπλα τα ιερά», έπραξαν στο ακέραιο το καθήκον τους. Όμως δυστυχώς δεν έπραξε το ίδιο και η ηγεσία του Ελληνισμού η οποία τοποθετούσε τα ευρύτερα «συμμαχικά» συμφέροντα υπεράνω των Εθνικών. Στην Ελλάδα ο πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής δήλωνε: «Η Ελλάς είναι υποχρεωμένη να διεξαγάγει τον Κυπριακό αγώνα εις τα πλαίσια των συμμαχιών της». Έτσι καταλήξαμε στις συνθήκες Ζυρίχης – Λονδίνου του 1959, από τις οποίες απουσιάζει η λέξη λαός της Κύπρου. Η τουρκική μειονότητα ονομάσθηκε κοινότητα και σήμερα διεκδικεί με την ισχύ των όπλων και την ανοχή της διεθνούς κοινότητας (λέγε Αγγλοαμερικάνους) ν’ αναγνωρισθεί ως αυτόνομη οντότητα.
Προσφάτως η εφημερίδα τα «ΝΕΑ» των Αθηνών (10.3.2000) σε ένθετό της έκαμε πολυσέλιδο αφιέρωμα στα παρασκήνια των συμφωνιών Ζυρίχης – Λονδίνου. Η σχετική έρευνα ανήκει στον καθηγητή του Πανεπιστημίου Κύπρου κ. Γιώργο Γεωργή, ο οποίος διετέλεσε και μορφωτικός ακόλουθος της Κύπρου στην Αθήνα. Κυρίως δημοσιεύεται, καταλλήλως σχολιασμένη, η απόρρητη αλληλογραφία μεταξύ του διπλωμάτου Γ.Σεφέρη και του τότε υπουργού εξωτερικών Ε.Αβέρωφ. Τα δημοσιευμένα κείμενα αποδεικνύουν αυτό που έχει τεκμηριωθεί από πολλές πλευρές κατά το παρελθόν. Ότι δηλαδή η τότε ελληνική κυβέρνηση υπό τον Κ.Καραμανλή, σε συμπαιγνία με τους ‘Αγγλους και τους Τούρκους προσχώρησε σε μια ετεροβαρή λύση του Κυπριακού, η οποία κυοφορούσε τη μελλοντική τραγωδία της Κύπρου.
Και τα μέχρι σήμερα αποκαλυφθέντα έγγραφα του «FOREIN OFFICE» και του «STATE DEPARΤMENT» και οι μαρτυρίες που προέρχονται από τα απομνημονεύματα ξένων και Ελλήνων διπλωματών συγκλίνουν στο συμπέρασμα ότι η Κύπρος εγκαταλείφθηκε στις κρίσιμες στιγμές από το Εθνικό κέντρο. Αυτή η ιστορική αλήθεια ομολογείται και από Έλληνες διπλωμάτες όπως ο ‘Αγγελος Βλάχος και ο Γεώργιος Σεφέρης.
Γι’ αυτό τα όπλα της Ε.Ο.Κ.Α. παραδόθηκαν νύκτα, ο στρατιωτικός αρχηγός της Διγενής εξεδιώχθη κρυφίως και ο Μακάριος εξαναγκάσθηκε εκ των πραγμάτων να αναφωνήσει το περίφημο «νενικήκαμεν». Έτσι φθάσαμε στην εφικτή ανεξαρτησία εγκαταλείποντας την ευκταία ένωση. Και σήμερα προ των πυλών βρίσκεται η απευκταία διχοτόμηση.
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός πώς ο Καραμανλής και ο Αβέρωφ, ουδέποτε επισκέφθηκαν την Κύπρο, παρά το γεγονός ότι προσκλήθηκαν.
Οι ‘Αγγλοι με την λύση που έδωσαν στο κυπριακό πρόβλημα, ακρωτηρίασαν την Κύπρο, κρατώντας εδάφη ως κυρίαρχες Αγγλικές βάσεις και παραβίασαν την συνθήκη της Λωζάνης επαναφέροντας την Τουρκία στην Κύπρο. Έτσι έθεσαν σε κίνδυνο την επιβίωση του κυπριακού ελληνισμού με την άδικη λύση που επέβαλαν η οποία περιείχε διχοτομικά στοιχεία και οδήγησε τελικώς στα τραγικά γεγονότα του 1974.
Ο αγώνας δυστυχώς των παιδιών της Ε.Ο.Κ.Α., έμεινε ανανταπόδοτος. Όμως η θυσία τους δεν πήγε χαμένη όπως υποστηρίζουν πολλοί. Γιατί αυτή αποτέλεσε την νίκη του πνεύματος πάνω στην ύλη. Ήταν η νίκη της αρετής, που είναι η μεγαλύτερη νίκη του ανθρώπου.
Αφιερωμένο στον καλό μου φίλο που ένοιωσε ιδιαιτέρως περήφανος, αφού η θυγατέρα του, παρέλασε την 25η Μαρτίου, κρατώντας την γαλανόλευκη στην πρωτεύουσα της Κύπρου μας, την Λευκωσία. Για να αποδείξει πως παρά την Εθνική μας μοναξιά, αντιστεκόμαστε ακόμη.
Και επειδή πολλά λέγονται και γράφονται για τις τελευταίες εξελίξεις στο κυπριακό και για τις αφόρητες πιέσεις που εξασκούνται στην δική μας πλευρά για να ενδώσει σε λύσεις άδικες και καταστροφικές, κλείνοντας τούτο το αφιέρωμα μου υπενθυμίζω το φλογερό διάγγελμα του προέδρου Τάσσου Παπαδόπουλου προς τον Κυπριακό Ελληνισμό την Μεγάλη Τετάρτη 7 Απριλίου του 2004, κατά το οποίο αναγνώρισε τις δυσκολίες που υπάρχουν, δυσκολίες όμως που επουδενί όπως υποστήριξε δεν πρέπει να μας λυγίσουν και να μας οδηγήσουν στην παράδοση.
«Να είναι όλοι βέβαιοι πως με τίποτε δεν πρόκειται να θυσιάσω τα δικαιώματα, την ασφάλεια και την τύχη του κυπριακού ελληνισμού…». Το χρωστάμε άλλωστε σε εκείνους τους υπέροχους Έλληνες της γενιάς του 55-59, προσθέτω εγώ εξοχότατε κύριε πρόεδρε. Ένας από αυτούς είστε και εσείς.