«Ἡ γέννησίς σου Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ἀνέτειλε τῷ κόσμῳ, τὸ φῶς τὸ τῆς γνώσεως»
Φθάσαμε, με τη χάρη του Θεού, στην πιο κατανυκτική νύχτα του χρόνου, στη Νύχτα των Χριστουγέννων. Και εορτάζουμε την ενανθρώπιση του Υιού και Λόγου του Θεού, το μεγαλύτερο και συγκλονιστικότερο γεγονός που συνέβη ποτέ μέσα στην Ιστορία, αφού τη χώρισε στα δυο και λέμε «προ Χριστού» και «μετά Χριστόν» για να οριοθετήσουμε χρονικά ένα σημείο.
Η εορτή της Γεννήσεως του Κυρίου μας, η «μητρόπολη των εορτών» κατά τον ιερό Χρυσόστομο, έχει μεγάλο θεολογικό βάθος και πολλά είναι τα θέματα εκείνα, στα οποία θα μπορούσε κανείς να σταθεί και να εξάγει σπουδαία και σωτήρια μηνύματα. Τι να προτιμήσει, αλήθεια, κανείς; Τις θεόγραφες προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης; Την παγκόσμια προσδοκία του Λυτρωτή; Τις περιγραφές των ιερών Ευαγγελιστών; Τη θεολογία και την ορθόδοξη χριστολογία των αγίων πατέρων ή τον απαράμιλλο πλούτο της εκκλησιαστικής μας υμνογραφίας;
Σήμερα θα ήθελα να μείνουμε μόνο στο γεγονός ότι η ενανθρώπιση, η οποία αποτελεί κατά τον απόστολο Παύλο τον σκοπό και το τέλος όλης της δημιουργίας(«τὰ πάντα δι᾿ αὐτοῦ καὶ εἰς αὐτὸν ἔκτισται» όλα, δηλαδή, έγιναν για τον Θεάνθρωπο Χριστό), έλαβε χώρα μέσα στην ησυχία μας «νύχτας»…
Ο Θεός είναι ο δημιουργός των πάντων, του φωτός και του σκότους, της ημέρας και της νυκτός. Θα πει ο προφήτης Ησαΐας «ἐγὼ ὁ κατασκευάσας φῶς καὶ ποιήσας σκότος, εγώ ο Θεός». Δεν υπάρχουν, λοιπόν, δυο θεοί, ο καλός και κι ο κακός θεός, όπως θεωρούσε μια αρχαία αίρεση που ταλαιπώρησε πολύ την εκκλησία και λεγόταν «μανιχαϊσμός» και η οποία θεωρούσε πως ο καλός θεός, ο οποίος συμβολίζεται από το φως της μέρας, πολεμάται απ’ τον κακό θεό, που συμβολίζεται από το σκοτάδι της νύχτας. Όχι! Ένας είναι ο Θεός, ο οποίος δημιούργησε και το φως και το σκότος και ο οποίος είπε, μάλιστα, την πρώτη ημέρα της δημιουργίας του κόσμου «γενηθήτω φῶς· καὶ ἐγένετο φῶς. καὶ διεχώρισεν ὁ Θεὸς ἀνὰ μέσον τοῦ φωτὸς καὶ ἀνὰ μέσον τοῦ σκότους – καὶ ἐκάλεσεν ὁ Θεὸς τὸ φῶς ἡμέραν καὶ τὸ σκότος ἐκάλεσε νύκτα». Μέσα, όμως, στο σκοτάδι των ανεξιχνίαστων βουλών Του υπήρχε προαιωνίως και μια νύχτα ξεχωριστή. Η νύχτα που θα επισκεπτόταν ο ίδιος το πλάσμα των χειρών Του, με έναν ακατάληπτο τρόπο, που μέχρι και αυτοί οι άγιοι άγγελοι απόρησαν και θαύμασαν με την συγκατάβαση αυτή του Θεού.
Γιατί, όμως, προτιμά ο Θεός να σαρκωθεί «νύχτα»;
Πρώτα-πρώτα, τι θα πει «νύχτα»; Η λέξη «νύκτα» προέρχεται από το ρήμα νύσσω που θα πει τρυπώ. Γι’ αυτό, θα γράψει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός «η γάρ νυξ κατανυγή εστί(η νύχτα είναι κατανυγή(τρύπημα), τρύπημα της καρδιάς)». Συνεπώς, ένα πρώτο σημείο είναι ότι ο Θεός χρησιμοποιεί τη νύχτα για να «τρυπήσει» με τα βέλη της θείας Του χάριτος την καρδιά μας, ώστε να αισθανθούμε το παμμέγιστο γεγονός της σαρκώσεως του Θεού Λόγου και να γεμίσουμε από χαρά και ελπίδα. Ο ιερός Χρυσόστομος αποκαλεί αυτή τη νύχτα των Χριστουγέννων «Νύχτα των θαυμάτων». Πράγματι, ήταν η νύχτα των θαυμάτων, αφού έφερε την ανατολή μιας νέας εποχής, αλλά απετέλεσε και το σκηνικό των επιμέρους γεγονότων της ενανθρωπίσεως. Διότι, τότε συνετελέσθη ο τοκετός, η ανάκληση στην φάτνη, ο ευαγγελισμός των ποιμένων από τον άγγελο, ο ύμνος των αγγέλων στο μεσουράνημα και η επίσκεψη των ποιμένων.
Θα πει ο άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος «τρία μυστήρια κραυγαλέα συνέβησαν μέσα στην ιστορία» κι όμως, και τα τρία έγιναν μέσα στην ησυχία – έτσι ήθελε ο Θεός – και
τα οποία συμπληρώνει «ἔλαθεν τὸν ἄρχοντα τοῦ αἰῶνος τούτου(ξέφυγαν από την γνώση και την παρατήρηση από του άρχοντος του αιώνος τούτου)». Ποιος είναι αυτός ο άρχοντας; Ο διάβολος. Και ποια είναι αυτά τα τρία; «ἡ παρθενία Μαρίας καὶ ὁ τοκετὸς αὐτῆς, ὁμοίως καὶ ὁ θάνατος τοῦ κυρίου». Ναι, και η Ανάσταση του
Κυρίου(γιατί, όταν λέει «θάνατο» ο ιερός πατήρ αυτό εννοεί)έγινε μέσα στην ησυχία μιας νύχτας. Τι ώρα αναστήθηκε ο Χριστός; Δεν γνωρίζουμε. Ένα μόνο: Νύχτα βγήκε από τη μήτρα της Παρθένου – Νύκτα εξήλθε κι από την νοητή μήτρα του τάφου για να μας δώσει τον καινούριο άνθρωπο, τον αναγεννημένο, τον αθάνατο, τον αιώνιο και μακάριο άνθρωπο. Έτσι, η νύχτα γίνεται, θα λέγαμε, το σύμβολο των μυστηρίων του Θεού. Και το κατεξοχήν μυστήριο είναι η ενανθρώπηση. Είναι εκείνο που λέει στην προς Ρωμαίους ο απόστολος Παύλος «σεσιγημένον μυστήριον χρόνοις αἰωνίοις»…
Όμως, η νύχτα συμβολίζει και κάτι άλλο. Συμβολίζει και τον παρόντα αιώνα, τον απατεώνα(όπως χαρακτηρίζεται στους Οίκους των Χαιρετισμών της Υπεραγίας Θεοτόκου). Ναι! Μπροστά στην όγδοη ανέσπερη ημέρα της Βασιλείας του Θεού, τη φωτεινή και ολόλαμπρη, ο αιώνας της επίγειας ζωής μας χαρακτηρίζεται από σκοτάδι αβεβαιότητας και αμφιβολίας. Γι’ αυτό, και εισάγεται ένα μεγάλο κεφάλαιο, που λέγεται «πίστη».
Πράγματι, χρειάζεται πίστη για να γεννηθεί η προσδοκία κι η ελπίδα. Επί παραδείγματι: Τι λέμε στο Σύμβολο της Πίστεως; «Προσδοκώ ανάστασιν νεκρών». Απαραίτητη η πίστη. Γιατί; Γιατί δεν το βλέπω. Γιατί δεν το βλέπω; Γιατί είναι νύχτα..νύχτα νοητή..Έχουμε άγνοια. Γράφει ο απόστολος Παύλος στην Β’ του προς Κορινθίους επιστολή του «διὰ πίστεως γὰρ περιπατοῦμεν, οὐ διὰ εἴδους (περπατάμε, ζούμε, πολιτευόμαστε διά της πίστεως..δεν έχουμε τα πράγματα, δεν έχουμε τα αντικείμενα φανερά μπροστά μας..)».
Ο Χριστός, λοιπόν, γεννιέται μες την ησυχία μιας νύχτας για να δείξει, ακριβώς, ότι η ανθρωπότητα είχε ένα βαθύ σκοτάδι. Θα πει, μάλιστα, ένας Γάλλος Φιλόσοφος ότι «αν αργούσε λίγο ακόμα ο Χριστός δεν θα έβρισκε παρά το πτώμα της ανθρωπότητας». Βαθύ σκοτάδι! Το σκοτεινό σπήλαιο της Βηθλεέμ αυτό ακριβώς συμβολίζει: συμβολίζει την άγνοια και την πλάνη του ανθρώπου! Δεν γνώριζε ο άνθρωπος τίποτε περί Μεσσίου. Δεν γνώριζε την αλήθεια. Αναζητούσε την αλήθεια, αλλά δεν την έβρισκε. Ο άνθρωπος, ξέρετε, πάντα αναζητά την αλήθεια, γιατί είναι φτιαγμένος για την αλήθεια. Διψά για την αλήθεια. Άλλο ότι δεν μπορεί να την βρει…ή κάποτε του αρέσει να κλείνει τα μάτια στην αλήθεια. Γιατί; Γιατί μέσα του ενεργούν δυνάμεις δαιμονικές ή, αν θέλετε καλύτερα, ένας εγωισμός δαιμονικός…αλλά και πάλι στο βάθος, ο άνθρωπος πάντα θέλει την αλήθεια. Γι’ αυτό το λόγο σκέφτεται(έφτιαξε τη φιλοσοφία), γι’ αυτό έκανε και την επιστήμη.. για να μάθει την αλήθεια. Η αλήθεια είναι, θα λέγαμε, ο καημός του. Αλλά, που είναι η αλήθεια; Μέσα σ’ αυτό το βαθύ σκοτάδι ο άνθρωπος αφημένος, είχε μόνο κάποιες αναλαμπές της αληθείας.
Γι’ αυτό, γεννιέται νύχτα ο Χριστός για να δείξει ότι σήμερα και για πάντα ανατέλλει στον κόσμο το «φῶς τό τῆς γνώσεως» «καὶ τὸ φῶς ἐν τῇ σκοτία φαίνει, καὶ ἡ σκοτία αὐτὸ οὐ κατέλαβεν». Ο ίδιος ο Κύριος μας δεν είπε ότι είναι «το φως του κόσμου»; Είναι «το φως του κόσμου» που διαλύει το δράμα του ανθρώπου. Κάποτε ο άνθρωπος, στον αρχαίο παράδεισο, θέλησε να αυτονομηθεί από τον Θεό, δοκιμάζοντας από τον καρπό που θα του χάριζε τη γνώση του καλού και του κακού. Αυτή η άκαιρη γνώση, όμως, τον έριξε στα σκοτάδια της φθοράς και του θανάτου. Έχασε τη γνώση του Θεού και σκοτίσθηκε ο νους του. Και τώρα, έρχεται ο Νηπιάσας Λυτρωτής και με την ενανθρώπισή Του φέρει το «φῶς τό τῆς γνώσεως», που είναι η γνώση της αληθινής ζωής. Και ποια είναι η αληθινή ζωή; Η αληθινή ζωή, όπως λέει στο 17 ο κεφάλαιο του ο ιερός ευαγγελιστής Ιωάννης, είναι η γνώση του αληθινού Θεού και η αποδοχή του απολυτρωτικού έργου του Ιησού Χριστού.
Μέσα, λοιπόν, στο σκοτάδι του αιώνος μας ήρθε ο Χριστός, «ο ήλιος της δικαιοσύνης», για να γίνει φως στα μάτια μας και στη ζωή μας, να βλέπουμε και να καταλαβαίνουμε…αλλά, διά της πίστεως πάντοτε. Γι’ αυτό, αναφωνεί ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς «απόλαβε τον Χριστόν, απόλαβε το βλέπειν – απόλαβέ σου το φως(πάρε το Χριστό, πάρε την δυνατότητα να βλέπεις).
Εντούτοις, ενώ το φως φανερώθηκε, οι άνθρωποι, δυστυχώς, δεν παρέλαβαν το φως. Δεν δέχτηκαν το φως. Γιατί; Διότι, όπως θα πει πάλι ο ευαγγελιστής Ιωάννης, «ήταν πονηρά τα έργα τους. Καθένας που αγαπάει το σκοτάδι, αγαπάει την αμαρτία, δεν θέλει να έρθει στο φως για να μην γίνουν φανερά τα αμαρτήματά του και ελεγχθεί από το φως. Γι’ αυτό, λοιπόν, περικρύπτει τις αμαρτίες του, θέλει να μένει στο σκοτάδι, για να ζει μέσα στις αμαρτίες του. Επειδή αυτό αγαπά». Τι τραγικό! Μια, αληθινά, δαιμονική κατάσταση. Κι έτσι, διαχωρίζονται οι άνθρωποι σε δυο στρατόπεδα, στους υιούς του φωτός και στους υιούς του σκότους.
Μέσα στα πολλά ονόματα που έχει ο άσαρκος Θεός Λόγος στην Παλαιά Διαθήκη είναι και το «απότομος πολεμιστής». Κάνει εντύπωση! Κι όμως, στο βιβλίο Σοφία Σολομώντος υπάρχει μια προφητεία που εκπληρώνεται καταπληκτικά στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Λέει εκεί(σε μια νεοελληνική απόδοση) «Στη βαθιά σιγή που σκέπαζε κάθε τι κι όταν η νύκτα βρισκόταν στη μέση της, ο παντοδύναμός σου Λόγος από τους ουρανούς, από τους βασιλικούς θρόνους πήδησε ξαφνικά σαν πολεμιστής στη γη που καταστρεφόταν». Φοβερή εικόνα! Έρχεται, λέει, ξαφνικά σαν πολεμιστής! Μα, ο ίδιος είπε «Μὴ νομίσητε ὅτι ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην ἐπὶ τὴν γῆν· οὐκ ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην, ἀλλὰ μάχαιραν(Φυσικά, εδώ μιλά για πνευματικό πόλεμο ο Κύριος – και θα πει ο άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς ερμηνεύοντας αυτό το χωρίο «Ο Χριστός είναι πάντα ο ειρηνοποιός και ο ειρηνοδότης. Φέρνει την ουράνια ειρήνη του, σαν κάποιο ουράνιο βάλσαμο, σ’ εκείνους που ειλικρινά πιστεύουν σ’ Αυτόν. Αλλά δεν ήρθε να δημιουργήσει ειρήνη μεταξύ των υιών τού φωτός και των υιών τού σκότους»)». Έρχεται, λοιπόν, σαν πολεμιστής μέσα σε μια βαθιά ηρεμία, κοντά στα μεσάνυχτα. Πράγματι, διαβάζουμε στο ιερό ευαγγέλιο πως «όταν οι ποιμένες φύλαγαν τα κοπάδια τους μες την νύχτα –εκεί στη Βηθλεέμ -παρουσιάστηκε ξαφνικά μπροστά τους άγγελος Κυρίου και τους ανήγγειλε το χαρμόσυνο γεγονός». Αλλά και στη Δευτέρα Του παρουσία ο Χριστός θα έρθει πάλι, μες τη νύχτα, σαν «κλέφτης». Γιατί; Για να τονίσει, ακριβώς, ότι θα πρέπει να βρισκόμαστε διαρκώς σε μια πνευματική εγρήγορση για να Τον υποδεχθούμε.
Ωστόσο, παρά το πλούσιο θεολογικό της βάθος, η νύχτα κάποια στιγμή θα καταργηθεί. Δεν θα υπάρχει για πάντα. Στην αποκάλυψή του ο ευαγγελιστής Ιωάννης λέει ξεκάθαρα ότι «στη Βασιλεία του Θεού δεν θα υπάρχει πια νύχτα, ούτε ανάγκη φυσικού ηλίου, γιατί εκείνοι που θα συνδοξαστούν και θα συμβασιλεύσουν με τον Κύριο της δόξης, τον εναθρωπίσαντα Θεόν Λόγον, θα φωτίζονται αιωνίως από το φως του προσώπου Του». Όλα τότε θα είναι φανερά. Όλα τότε θα είναι γνωστά. Έτσι, η νύχτα με την αβεβαιότητά της θα σβήσει…
Σεβασμιώτατε, αγαπητοί μου αδελφοί, μέσα στη νύχτα η ψυχή αναζητάει Εκείνον που έχει αγαπήσει. Όπως λέει το Άσμα ασμάτων «Ἐπὶ κοίτην μου ἐν νυξὶν ἐζήτησα ὃν ἠγάπησεν ἡ ψυχή μου(στο υπνοδωμάτιό μου την νύκτα εζήτησα Εκείνον που αγάπησε η ψυχή μου)». Η νύχτα τόσο για το Θεό, όσο και για τον άνθρωπο αποτελεί ένα σπουδαίο στοιχείο και γίνεται μέσο που μας διδάσκει πολύ. Ιδιαιτέρως, η νύχτα των Χριστουγέννων, η νύχτα των Θαυμάτων, συνιστά ένα ουσιώδες στοιχείο. Γι’ αυτό, η εκκλησία μας στην εορτή των Χριστουγέννων διατηρεί την νύκτα(αύριο όλες οι εκκλησίες θα ξεκινήσουν νωρίς)πράγμα που δείχνει ότι το σκοτάδι, παρότι πέρασαν είκοσι αιώνες, ακόμη διατηρείται στους ανθρώπους και, μάλιστα, στους ακατήχητους χριστιανούς μας. «Δεῦτε ἴδωμεν πιστοί» λέει ένα τροπάριο των ημερών «ποῦ ἐγεννήθη ὁ Χριστός, ἀκολουθήσωμεν λοιπὸν ἔνθα ὁδεύει ὁ ἀστήρ» που μας οδηγεί.. που περπατάει το αστέρι.. Ο σωτήρας μας γεννήθηκε, αλλά για πάμπολλους χριστιανούς μας είναι σαν να μην γεννήθηκε. Και σήμερα φτάσαμε να ζούμε κάτι παράδοξο και τραγικό. Την τραγικότητα αυτή της εποχής μας, νομίζω, την εκφράζει πολύ παραστατικά ένα χαριτωμένο ποίημα(που υπογράφεται από τον κ. Αναστάσιο Γ. Λέκκα)
«Χριστούγεννα χωρίς Χριστό, δακρύζουν τα λουλούδια.
Οι πόλεις είναι σκοτεινές, κι ας είναι φωτισμένες,
Χριστούγεννα δεν ήρθανε, κι είναι οι ψυχές θλιμμένες.
Μένουνε λίγες να ζητούν το Άστρο στον Ουρανό Σου,
στην παγωνιά να γίνονται το λίκνο το δικό Σου»
Χριστός, το φως του κόσμου, ετέχθη! Αληθώς ετέχθη!
Χρόνια πολλά και ευλογημένα!