Μία ξεχασμένη επέτειος

Αυγουστίνος (Ντίνος) Αυγουστή. Ιανουάριος 2004

Είθε να δώσει ο Θεός στην Μάνα μας να πάμε τζιαί τρώμεν πέτρες του βουνού αμ’ εν έσιει να φάμεν. Και αξίωσαν ΕΝΩΣΗ της Κύπρου μετά της Μητρός πατρίδος. Λένε δε πως όταν οι σκλάβοι Λαοί Αξιούν σημαίνει πως ήρθε η ώρα …
15 Ιανουαρίου του 1950. Ο Λαός της Κύπρου κάνει τα λόγια πράξη και αξιώνει την ΕΝΩΣΗ της Κύπρου με την μητέρα Ελλάδα, σε δημοψήφισμα το οποίο διοργάνωσε η Εθναρχούσα εκκλησία της Κύπρου. Ένα δικαίωμα που πήγαζε μέσα από τις πρόνοιες του καταστατικού χάρτη του Ο.Η.Ε., ενός χάρτη που υπέγραψαν με το αίμα τους μαχόμενοι κατά του φασιστικού θηρίου, κάτι περισσότερο από μισό εκατομμύριο Έλληνες, ενώ δεν τιμήθηκε με το αίμα έστω και ενός Τούρκου στρατιώτη.
Είναι γνωστό ότι όποτε η Εθναρχία, έθετε το θέμα της Αυτοδιαθέσεως, το Υπουργείο Αποικιών είχε έτοιμη την απάντηση. «Το Κυπριακό ζήτημα είναι κλειστόν». Γι’ αυτό την απάντηση ανέλαβε να την δώσει ο ίδιος ο Κυπριακός λαός ένα πρωινό του Ιανουαρίου του 1950 που ήταν ίσως το ομορφότερο στην ιστορία της Κύπρου μας. Το χιόνι είχε σκεπάσει το πολυβασανισμένο μας νησί απ’ άκρου σε άκρο. Μετά την Θεία λειτουργία αναπέμπεται δέηση σε όλες τις εκκλησίες υπέρ της ευοδώσεως του ιερού πόθου για ελευθερία και ΕΝΩΣΗ μετά της μητρός Ελλάδος, της αιωνίας και αθανάτου Ελλάδος. Μέσα σε κλίμα γενικού ενθουσιασμού σύσσωμος ο Κυπριακός Ελληνισμός, ασχέτως ιδεολογικών τοποθετήσεων προσέρχεται στις εκκλησίες και αξιώνει δια της υπογραφής του ΕΝΩΣΗ της Κύπρου με την Μητέρα Ελλάδα. Πρώτος υπέγραψε ο Αρχιεπίσκοπος με τους Μητροπολίτες. Την ΕΝΩΣΗ ψηφίζουν και πολλοί Τούρκοι, Αρμένιοι και Μαρωνίτες, αλλά και αρκετοί δάσκαλοι και δημόσιοι υπάλληλοι οι οποίοι αγνόησαν τις απειλές των Βρετανών για εκδίωξη από τις εργασίες τους.
Μερικές από τις δηλώσεις τουρκοκυπρίων οι οποίοι έθεσαν την υπογραφή τους στους τόμους του Ενωτικού Δημοψηφίσματος καταδεικνύουν με το πλέον σαφή τρόπο το δίκαιο του αιτήματος του Κυπριακού Λαού. Ένας Τουρκοκύπριος, ο Σουλευμάν Βάλλο ο οποίος ψήφισε στην Αγία Νάπα δήλωσε: «Ήλθα να ψηφίσω με όλη μου την καρδιά την Ένωση με την Ελλάδα και θα φέρω και την μάνα μου και την γυναίκα μου να ψηφίσουν». Ένας άλλος από τον Καραβά δήλωσε με νόημα : «Πως είναι δυνατό να ζήσουμε εμείς οι Τούρκοι ενάντια στην θέληση των αδελφών μας Ελλήνων, που είναι πιο πολλοί από εμάς». Ένας άλλος από την Φώττα, περπάτησε τέσσερα μίλια στο χιόνι για να ψηφίσει στον Καραβά και ένας άλλος τουρκοκύπριος όταν ρωτήθηκε στον ‘Aγιο Μέμνονα γιατί ψηφίζει ΕΝΩΣΗ, αφού δεν ήταν υποχρεωμένος απάντησε ότι ψηφίζει ΕΝΩΣΗ, γιατί αν δεν φύγουν οι Εγγλέζοι, προκοπή αυτός ο τόπος δεν θα δει.
Το αποτέλεσμα του Δημοψηφίσματος ήταν καταλυτικό. Το 97% των Ελλήνων της Κύπρου οι οποίοι αποτελούσαν ποσοστό πέραν του 80% του συνολικού πληθυσμού της, δια της υπογραφής του στους τόμους του Ενωτικού δημοψηφίσματος, αξίωνε ΕΝΩΣΗ με την Μητέρα Ελλάδα. Οι τόμοι με τις υπογραφές ήταν τέσσερις. Ο ένας παρέμεινε στην Εθναρχία, ο δεύτερος επεδόθη στον πρόεδρο της Ελληνικής Βουλής, ο τρίτος είχε προορισμό τον Βρετανό Υπουργό Αποικιών στο Λονδίνο και ο τέταρτος την Γραμματεία των Ηνωμένων Εθνών στην Νέα Υόρκη.
Ο Βρετανός Υπουργός Τζέιμς Γκρίμιθς, αρνήθηκε να δεχθεί την Κυπριακή Εθνική Πρεσβεία η οποία θα του επέδειδε τον τόμο του Ενωτικού Δημοψηφίσματος, κάτι που ακόμα και ο Βρετανικός τύπος χαρακτήρισε ως ένδειξη μεγαλαύχου υπερφροσύνης πατρικίων προς πληβείους. Η Βρετανική πολιτική παραμένει έτσι σκληρή και άκαμπτη. Χαρακτηριστική είναι η δήλωση του Βρετανού υπουργού εξωτερικών ’ντονυ Ήντεν στις 22 Δεκεμβρίου του 1953 προς τον πρωθυπουργό Αλέξανδρο Παπάγο, όταν συναντήθηκαν στην Βρετανική Πρεσβεία στην Αθήνα. «Θα επαναλάβω εκείνο το οποίο είπα και άλλοτε, ότι δηλαδή δια την Βρετανική κυβέρνηση δεν υφίσταται Κυπριακό ζήτημα ούτε εις το παρόν ούτε εις το μέλλον». Αλλά και στις 28 Ιουλίου του 1954 ο υφυπουργός Αποικιών Χενρυ Χόπκινσον δήλωνε ενώπιον της Βουλής των κοινοτήτων ότι η Κύπρος είναι περιοχή με στρατηγική σημασία και «ουδέποτε» θα εφαρμοσθεί γι’ αυτήν η αρχή της Αυτοδιαθέσεως.
Ύστερα από τις εξελίξεις αυτές η κυβέρνηση Παπάγου θέτει το θέμα ενώπιον του Ο.Η.Ε., διεκδικώντας εφαρμογή της Αρχής της Αυτοδιαθέσεως για τον Κυπριακό Λαό. Η Γενική Συνέλευση του Ο.Η.Ε., όμως αγνοεί τους πάντες και τα πάντα και στις 17 Δεκεμβρίου 1954 εκδίδει απόφαση δια της οποίας θεωρεί ότι δεν είναι σκόπιμο να εξετάσει περαιτέρω το θέμα το φέρον τον τίτλο «Εφαρμογή υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών της αρχής των ίσων δικαιωμάτων και της αυτοδιαθέσεως των λαών εις την περίπτωσιν της Κύπρου».
Η απόφαση προκάλεσε την εξέγερση στο νησί η οποία κατέληξε σε συγκρούσεις με τα Βρετανικά στρατεύματα. Ο απολογισμός των συγκρούσεων ήταν 33 τραυματίες και 37 συλλήψεις. Ο Λαός επιφυλάσσει ενθουσιώδη υποδοχή στον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, ο οποίος εν τω μεταξύ επέστρεψε στις 18 Ιανουαρίου 1955 από την Νέα Υόρκη. Ο Μακαριώτατος ενώπιον Λαοθάλασσας η οποία τον επευφημούσε διακήρυττε: «Ο αγών μας θα είναι συνεχής, έντονος και μέχρι τέλους. Δεν θα συνθηκολογήσωμεν με τον κυρίαρχον. Δεν θα συνεργασθώμεν εν ουδεμιά περιπτώσει μετ΄ αυτού».
Την υποθήκη αυτή του Μακαρίου υπέγραφαν λίγο αργότερα δια του αίματος τους τα παιδιά της Ε.Ο.Κ.Α. τα οποία κάτω από τις οδηγίες του Διγενή έγραψαν λαμπρές σελίδες ηρωισμού και ανείπωτου μεγαλείου στα μαρμαρένια αλώνια της τιμής όπου συνέτριψαν τους αποικιοκράτες Βρετανούς, διδάσκοντες τους πώς να ζουν και πώς να πεθαίνουν, κάνοντας πράξη τα λόγια του ποιητή: « Όταν πια είδαμε και αποείδαμε με τα τηλεγραφήματα και τις πρεσβείες, κλείσαμε την μικρή ζωή μας σ’ ένα φάκελο. Το στείλαμε χωρίς το γραμματόσημο με τη βασίλισσα. Ταξίδεψε με χίλιους δικούς μας συνδέσμους… Οδόν ελευθερίας ή θανάτου-χωριά και πόλεις Κύπρου»!
Εάν σήμερα βρισκόμαστε ενώπιον τραγικών εξελίξεων, και εάν από την διεκδίκηση του ευκταίου που ήταν η ΕΝΩΣΗ, περάσαμε στην επιδίωξη του εφικτού που ήταν η ανεξαρτησία, για να καταλήξουμε κάτω από τις απειλές των ορδών του Αττίλα να επιδιώκουμε ένα έντιμο συμβιβασμό, παραγράφοντας Αρχές και αξίες με στόχο την απλή διαβίωση και όχι την Εθνική επιβίωση, νομίζω πως δεν επαρκούν οι σελίδες της παρούσας εκδόσεως για να το αναλύσουμε. Όμως έστω και εάν η ΕΝΩΣΗ είναι σήμερα για τους πολλούς ένα απατηλό όνειρο, ας μην απαγορεύουμε στους λιγοστούς που το επιθυμούν απλώς να ονειρεύονται. ‘Aλλωστε τα παραπάνω ανήκουν πλέον στην ιστορία. Αποτελεί δε νομοτέλεια, Λαοί που δεν διδάσκονται από την ιστορία τους να μην έχουν μέλλον…