Καθώς αναμένουμε την έλευση της σορού του μακαριστού Μητροπολίτου μας, κυρού Ιγνατίου, από την Αμερική και ακούγοντας καθημερινά από τον ραδιοφωνικό σταθμό τις ομιλίες που εξεφώνησε σε διάφορες ευκαιρίες, νιώθω την παρουσία του συνεχώς κοντά μας.
Η σκέψη μου ταξιδεύει πίσω στο παρελθόν, πριν από 24 χρόνια ακριβώς. Τον Ιούλιο του 1994 σαν συνεργάτης της ενορίας των Αγίων Τεσσαράκοντα μαρτύρων βοηθούσα στην προετοιμασία της ενθρόνισης του νέου τότε Μητροπολίτου Λαρίσης και Τυρνάβου Ιγνατίου. Η Τοποτηρητεία τότε είχε έδρα το Ναό της παιδικής μου ενορίας και καθημερινά βρισκόμασταν εκεί αρκετοί νέοι συνεργαζόμενοι με τον τότε πρωτοσύγκελλο, π.Νικόδημο και τους ιερείς μας, π.Παύλο και π.Γεώργιο. Ετοιμάζαμε τις προσκλήσεις για την ενθρόνιση και ακούγαμε τον σχεδιασμό της τελετής…
Πρώτη φορά που αντίκρισα τον Δεσπότη μας ήταν στην επεισοδιακή ενθρόνισή του, 28 Ιουλίου 1994 στον Άγιο Αχίλλιο. Τον γνώρισα, όμως, από κοντά, όταν ήρθε στους Αγίους Σαράντα λίγες μέρες αργότερα, ξαφνικά ένα πρωινό, με πνευματικά του παιδιά από τη Σαλαμίνα, απροειδοποίητα, για συνεργασία με τους πατέρες των γραφείων της Μητροπόλεως. Απλός, ευγενικός, καταδεκτικός και καθόλου υπερόπτης λόγω αξιώματος. Μας μιλούσε με αγάπη, λες και μας γνώριζε χρόνια… Και αυτή του η στάση έκανε και μας να μην είμαστε κουμπωμένοι. Τον ξενάγησα στο Ναό και στους υπόλοιπους χώρους(τα ήξερα όλα σπιθαμή προς σπιθαμή εξάλλου) και παρατήρησα το χαμόγελο και την ικανοποίησή του, παρ’ όλες τις δυσκολίες που περνούσε… «Αξίζεις…» μου είπε. Ήταν μια έκφραση που τη χρησιμοποιούσε ο Δεσπότης, κάθε φορά που κάποιος έφερνε εις πέρας μια αποστολή. «Αξίζεις ένα βασίλειο!» έλεγε, για να εκφράσει την ευγνωμοσύνη του. Σε μικρούς και σε μεγάλους. Μας δίδασκε και με αυτό να μην είμαστε αχάριστοι… Από τη μέρα εκείνη, λοιπόν, πήγαινα μ’ έναν φίλο μου, τον Κώστα, σε όλες τις ιερές Ακολουθίες που τελούσε ο Δεσπότης μας, όταν ερχόταν στη Λάρισα. Και βέβαια τον υποδεχόμασταν και τον διακονούσαμε όποτε λειτουργούσε στην αγαπημένη μας ενορία, τους Αγίους Τεσσαράκοντα. Περνώντας ο καιρός εγκαταστάθηκε στη Λάρισα και στις 16 Ιουλίου 1997 με χειροθέτησε Αναγνώστη στη διάρκεια του πανηγυρικού Εσπερινού της αγίας Μαρίνας, στο ομώνυμο παρεκκλήσι της πόλης μας. Είχε ξεκινήσει η αντίστροφη μέτρηση για την εισαγωγή μου στις τάξεις του ιερού κλήρου.
Δύο χρόνια ήμουν Αναγνώστης του Σεβασμιωτάτου. Με έπαιρνε μαζί του στις Θείες Λειτουργίες και τις ιερές Πανηγύρεις, στην πόλη και τα χωριά της Ιεράς Μητροπόλεως. Έζησα πολλές πνευματικές εμπειρίες: χειροτονίες και χειροθεσίες κληρικών, Εσπερινούς και Παρακλήσεις, Λιτανείες και Ιερές Ακολουθίες, τη θεμελίωση της Ι.Μ.Αγίου Ραφαήλ, την οργάνωση και λειτουργία του ραδιοφωνικού σταθμού 96.3 FM, την έκδοση του περιοδικού «ΤΟ ΤΑΛΑΝΤΟ», το Κατηχητικό των αποφοίτων κ.ά. Πόσο μας άρεσε η ενασχόλησή μας με το Ραδιόφωνο. Πηγαίναμε ευκαίρως ακαίρως και κάναμε εκπομπές. Κυρίως τις εορτές και τις αργίες. Εμείς ραδιοφωνικοί παραγωγοί, εμείς ηχολήπτες, εμείς όλα! Η Ελένη, η Δήμητρα, ο Γιώργος(π.Τιμόθεος), ο Ευθύμιος(π.Χριστόδουλος), ο Κώστας(π.Δαμασκηνός), η Αργυρώ και άλλα παιδιά του νεοσύστατου τότε Γραφείου Νεότητος, που ο μακαριστός Ποιμενάρχης μας οργάνωσε για να συγκεντρώσει τη νεολαία του τόπου μας και να της δώσει φτερά πνευματικά. Δεν θα ξεχάσω την πρώτη σύναξη κατηχητών στην Ι.Μ.Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Ραψάνης. Πόση χαρά είχαμε όλοι. Ο Δεσπότης, η γερόντισσα Χριστονύμφη, οι ιερείς και λαϊκοί κατηχητές. Πρωτόγνωρα πράγματα για εμάς. Ακούσαμε ενδιαφέρουσες ομιλίες, φάγαμε όλοι μαζί σε κοινή τράπεζα, τραγουδήσαμε. Και στο τέλος πάντα ένα αναμνηστικό. Τι όμορφες στιγμές! Πάντα ο μακαριστός ιεράρχης μας συμβούλευε όπως ο σωστός πατέρας τα παιδιά του: με τους λόγους του, με την παρουσία του, με το φέρσιμό του. Πολλά διδαχτήκαμε από τον Επίσκοπό μας: τη διάκριση, την πραότητα, την καλοσύνη.
Δυο χρόνια κοντά του προετοιμαζόμουν για το όνειρο της ζωής μου. Και να, ορίστηκαν οι ημερομηνίες της κουράς και της πρώτης χειροτονίας μου. Πρώτη, η 22α Οκτωβρίου 1999, ημέρα Παρασκευή, κατά τις 6 το απόγευμα, στον Εσπερινό του πρώτου επισκόπου των Ιεροσολύμων, Αγίου Ιακώβου του Αδερφοθέου. Στο παρεκκλήσιο του επισκοπείου που ήταν η προσωρινή έδρα της Ιεράς Μονής Αγίων Ραφαήλ, Νικολάου και Ειρήνης έγινε η μοναχική μου κουρά σε μια συγκινητική ατμόσφαιρα. «Αγκάλας πατρικάς, διανοίξαί μοι σπεύσον…» έψαλλαν οι πατέρες σαν με οδηγούσαν στην Ωραία Πύλη, στην πνευματική αγκαλιά του Επισκόπου. Με είχε ρωτήσει ο Δεσπότης σε ποιον Άγιο είχα περισσότερη ευλάβεια, για να μου δώσει το όνομά του. Και του απάντησα ¨στον Άγιο Νικόλαο, επίσκοπο Μύρων¨, αφού η γιαγιά μου Αγγελική είχε δει σε όνειρο τον Άγιο αυτό να της λέει ότι θα είναι ο προστάτης μου. ¨Νικολάους έχουμε πολλούς ιερείς¨, η απάντησή του. Και όταν ήρθε η ώρα μου έδωσε το όνομα ¨Ραφαήλ¨, το όνομα του Αγίου της Μονής μας! Νομίζω δε θα μου ταίριαζε άλλο. Πόση χαρά έκανε ο Δεσπότης μας όταν έκειρε καινούργιους μοναχούς! Ήταν ένας φιλομόναχος ιεράρχης. Πόση χαρά είχε κι εκείνο το βράδυ!
Δεύτερη ημερομηνία, η 24η Οκτωβρίου 1999. Κυριακή πρωί στον Άγιο Αχίλλιο. Τον Άγιο που τόσο αγάπησε. Όπου βρισκόταν εκτός Λάρισας, αλλά και με όποιον ξένο συνομιλούσε αναφερόταν με ιερά καύχηση για τον πρώτο Αρχιεπίσκοπο Λαρίσης, που ήταν και προκάτοχός του. «Καλωσήρθατε στη Λάρισα, την πόλη του Αγίου Αχιλλίου!», έλεγε ¨πάλιν και πολλάκις¨ ο Δεσπότης μας. Αλλά και το Ναό του υποστήριζε και προέβαλλε συνεχώς. Εξάλλου τόσο στις μεγάλες εορτές της Εκκλησίας μας, όσο και σε πολλές άλλες ευκαιρίες λειτουργούσε στον Μητροπολιτικό μας Ναό. Σε αυτόν, λοιπόν, τον μεγαλόπρεπο και επιβλητικό Ναό έγινε η εις διάκονο χειροτονία μου. Πριν από 19 χρόνια. Επιτέλους ¨ήρθε το πλήρωμα του χρόνου¨! Και ο μικρός Αντώνης που μόλις είχε λάβει το μοναχικό όνομα Ραφαήλ, χειροτονήθηκε διάκονος της Εκκλησίας του Χριστού από τα αρχιερατικά χέρια του Μητροπολίτου Λαρίσης και Τυρνάβου ΙΓΝΑΤΙΟΥ. Πόσο ζεστά ήταν τα λόγια του! Πόσο χρήσιμες οι συμβουλές του! Και περισσή η ικανοποίηση και η χαρά του… Και η δική μου. « Ένας ακόμη νέος κληρικός στην ιερατική μας οικογένεια.» Ήταν και αυτό στα πολλά θετικά της ποιμαντορίας του στην Ι.Μ.Λαρίσης και Τυρνάβου(που το αναγνώριζαν και οι πιστοί): επάνδρωσε τις ενορίες με νέους, χαρισματικούς, μορφωμένους ιερείς, πλέον των 100, που με όρεξη και φόβο Θεού ανταποκρίνονται στα ποιμαντικά τους καθήκοντα και δίνουν μαρτυρία Χριστού με τη Θεία Λατρεία, την κατήχηση, το κήρυγμα, τη φιλανθρωπία, την εξομολόγηση, την ¨ευπρέπεια του οίκου¨ του Θεού κ.ά. Μαζί με τον Δεσπότη έζησα ωραίες διακονικές στιγμές για σχεδόν 5 μήνες. Δεν με άφηνε στον Άγιο Αχίλλιο που με είχε διορίσει, αλλά με έπαιρνε πάντα μαζί του, παρόλο που ήμουν ο τεταρτεύων διάκονός του. Έτσι γνώρισα και την ιδιαίτερη πατρίδα του, τη Σαλαμίνα. Τους Ναούς του Αγίου Μηνά και του Αγίου Ανδρέα. Τη Μονή της Φανερωμένης. Τους καλούς Πατέρες και τις μοναχές. Τους κατοίκους του νησιού. Πόσα Μυστήρια τελέσαμε στο νησί… Πόσες πανηγύρεις… Πάντα μαζί. Πολύ με αγαπούσε ο Δεσπότης. Το ξέρω πολύ καλά αυτό. Και μου το έδειχνε πάντα μέχρι τώρα. Είχαμε καλή επικοινωνία. Ποτέ δεν μου φώναξε. Ποτέ δε με πρόσβαλε. Και το μάλωμά του χάδι απαλό, με διάκριση. Ήταν ένας καλλιεργημένος άνθρωπος με παιδεία και κοινωνική μόρφωση, που ήξερε να τιμάει και να σέβεται τον συνομιλητή του. Αλλά και γω προσπαθούσα να μην τον στεναχωρώ. (Δεν ξέρω αν το κατάφερνα και συνεχώς ζητούσα να με συγχωρεί). Επεδίωκα να του κάνω πάντα υπακοή. Πολλές φορές διάβαζα τη σκέψη του και ικανοποιούσα την επιθυμία του πριν μου το ζητήσει. Όταν συζητούσαμε, συνήθως βούρκωνα από συστολή και σεβασμό στο πρόσωπό του. Με συμβούλευε να τελειώσω τις σπουδές μου και να πάρω το πολυπόθητο πτυχίο της Βιολογίας. «Τελείωνε. Και να δώσεις κατατακτήριες για τη Θεολογική Σχολή. Παιχνίδι θα είναι για σένα, αφού τα ξέρεις», έλεγε και ξαναέλεγε. Και όταν αργότερα έγινα πρεσβύτερος πάλι μου το θύμιζε. «Θα σου φέρω άλλον ιερέα στην εξεταστική, για να διαβάσεις και να δώσεις τα μαθήματα. Τον έχουμε φορτώσει και με τόσα…». Λόγια πατρικής αγάπης και φροντίδας. Ήθελε την πρόοδο των κληρικών του και μας προέτρεπε να αποκτούμε συνεχώς εφόδια, για να είμαστε αρτιότεροι στην αποστολή μας. Επεδίωκε πρωτίστως την πνευματική μας τελειότητα και γι’ αυτό έκανε μηνιαίες ιερατικές συνάξεις με διακεκριμένους ομιλητές. Αλλά και ο ίδιος μας νουθετούσε είτε κατ’ ιδίαν, είτε όλους μαζί.
Τον Ιανουάριο του 2000 με φώναξε στο γραφείο του και μου ανακοίνωσε το ευχάριστο νέο: «ετοιμάσου, στις 9 Μαρτίου θα σε κάνω ιερέα, στο πανηγύρι της πατρικής σου ενορίας». Το ήθελα αυτό και το ήξερε. Και μου έκανε μεγάλο δώρο. Πολλοί ιερείς δικοί μας στη δεύτερη χειροτονία μου. Αλλά και από άλλες Μητροπόλεις: ο πνευματικός μου πατέρας, π.Ιωαννίκιος(ανήκε τότε στην Ι.Μ.Δημητριάδος), ο νυν Μητροπολίτης Δράμας, κ.Παύλος(ηγούμενος τότε της Παναγίας Σουμελά), ο π.Τιμόθεος, αρχιερατικός επίτροπος Σαλαμίνος, ο νυν Μητροπολίτης Τρίκκης, κ.Χρυσόστομος(διάκονος τότε και γνώριμος από τα φοιτητικά μας χρόνια). Χάρηκε η ενορία για τη χειροτονία μου. Παιδί από τα σπλάγχνα της, βλέπετε. ¨Λάβε την παρακαταθήκην ταύτην και φύλαξον αυτήν, έως της δευτέρας παρουσίας του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ότε παρ’ Αυτού μέλλεις απαιτείσθαι αυτήν¨, μου είπε ο Επίσκοπος δίνοντάς μου το Σώμα του Χριστού να το κρατώ στα χοϊκά χέρια μου. Τότε κατάλαβα περισσότερο το βάρος της ιεροσύνης και ζήτησα τη θεία επέμβαση για να φανώ όσο γίνεται αντάξιος αυτής της τιμής. Προ της απολύσεως μου έδωσε και το οφίκιο του Αρχιμανδρίτη. Τι μεγάλη τιμή και εμπιστοσύνη μου έδειξε… Όλοι περιμέναμε να ακούσουμε στο τέλος της Θείας Λειτουργίας που θα τοποθετηθώ: «Το αντίδωρο θα διανείμει ο νέος πρεσβύτερος, ο οποίος θα είναι εφημέριος στον Ι.Ν. …» συνήθιζε να λέει. Στη δική μου περίπτωση, όμως, δεν είπε τίποτε. Σκεφτόταν… Πολλοί περίμεναν να με τοποθετήσει στους Αγίους Σαράντα. Την επόμενη μέρα μου ανακοίνωσε την τοποθέτησή μου στον Άγιο Νικόλαο Λαρίσης. «Για να σε παίρνω μαζί μου», τα λόγια του. Και με διόρισε πρόεδρο της Ε.Λ.Φ.Α. (φιλοπτώχου ταμείου) του Ναού. Και όντως συχνά με έπαιρνε κοντά του, αλλά ήθελε και να μένω στον Άγιο Νικόλαο.
Πέρασαν 18 μήνες και με καλεί στο γραφείο του, για να μου ανακοινώσει αυτή τη φορά, ότι με διορίζει προϊστάμενο στον Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Αχιλλίου. Ποιον; Εμένα τον ανάξιο 26χρονο ιερέα. Προσπάθησα να το αποφύγω προτείνοντας τον Πρωτοσύγκελλο, π.Αχίλλιο. Ήμουν πολύ μικρός για τη θέση αυτή. Εξάλλου δεν είμαι υπέρ των μεγάλων αλλαγών στη ζωή μου. Είχα συνηθίσει εκεί και δεν υπήρχε λόγος να φύγω. Διακονούσα και στον προστάτη μου Άγιο, τι άλλο ήθελα… Όμως, στην γλυκιά επιμονή του Δεσπότη έκανα υπακοή σαν καλός στρατιώτης της Εκκλησίας. «Θα είμαι δίπλα σου ό,τι κι αν χρειαστείς. Κι αν θες, μπορείς να επιστρέψεις στον Άγιο Νικόλαο». Φαινόταν η αγάπη και η εμπιστοσύνη που μου έδειχνε.
Εγκαταστάθηκα τελικά στον Άγιο Αχίλλιο τον Δεκαπενταύγουστο του 2001. Δύσκολη η αρχή, μεγάλο το φορτίο, αλλά αισθανόμουν τη σκέπη του Πολιούχου μας Αγίου και τις ευχές του Δεσπότη μας! Ο Θεός έστειλε καλούς συνεργάτες, ανθρώπους που με αγάπησαν και στάθηκαν κοντά μου. Ο π.Αλέξανδρος, η Βασιλικούλα, ο κ.Χρήστος, ο κ.Θανάσης, ο κ.Στέφανος, ο κ.Βαγγέλης ήταν μερικοί από αυτούς. Θα τους ευγνωμονώ μέχρι να φύγω από αυτόν τον κόσμο. Σιγά σιγά, με την ευχή του Δεσπότη, ξεκίνησα δουλειά στον Μητροπολιτικό Ναό. Έπρεπε να γίνουν πολλά, να συνεχίσω το έργο των προκατόχων μου εφημερίων. Δόξα τω Θεώ προσπάθησα και προσπαθώ 17 χρόνια τώρα. Κύριος οίδε τι έχει γίνει. Αυτό που έχω να τονίσω είναι ότι πολύ χαίρομαι την ιεροσύνη μου. Έζησα και συνεχίζω να ζω πολλές πνευματικές χαρές: Μέσα στη Λατρευτική και Μυστηριακή ζωή της ενορίας μου. Στα Κατηχητικά και τις Συνάξεις των Νέων. Στην πρόοδο και την αγάπη των ενοριτών και των πνευματικών μου παιδιών. Στη διάδοση του λόγου του Θεού και στην ανακούφιση των ποικίλων αναγκών όσων ανθρώπων με πλησιάζουν. Στην αδερφική σχέση με τους συμπρεσβυτέρους της Ιεράς μας Μητροπόλεως. Όλα αυτά και πολλά περισσότερα οφείλονται στη Χάρη του Κυρίου πρώτα και στον μακαριστό πνευματικό μας πατέρα και ποιμενάρχη, κυρό Ιγνάτιο, ο οποίος με εισήγαγε στη χορεία των ιερέων του Θεού του Υψίστου. Πολλά τα περιστατικά της ιερατικής μου διακονίας, που αν τα έγραφα τώρα θα απαιτούνταν εκατοντάδες σελίδες. Τα φυλάω στην καρδιά μου ως πολύτιμο φυλαχτό αναπέμποντας συνεχώς ευχαριστίες και ικεσίες προς τον Αρχηγό της ζωής και του θανάτου, τον Αναστάντα Χριστό, που έφερε στη ζωή μου τούτον τον άνθρωπο, τον Λαρίσης και Τυρνάβου Ιγνάτιο. Η ευγνωμοσύνη μου θα είναι παντοτινή. Όσο χρόνο θέλει ο Κύριος να ζω δεν θα πάψω να μνημονεύω του ονόματός του και να αγωνίζομαι να αρέσω στο Νυμφίο Χριστό, για να δικαιώσω την επιλογή του Δεσπότη να με συμπεριλάβει στους κληρικούς και συνεργάτες του. Είναι το λιγότερο που μπορώ να κάνω για να τιμήσω την μνήμη του! Είθε από το επουράνιο θυσιαστήριο να μας στέλνει την αρχιερατική του ευχή, μέχρι να μας αξιώσει ο Μέγας Αρχιερέας Χριστός να ξανασυναντηθούμε στο θρόνο του Εσφαγμένου Αρνίου!
Ιγνατίου του Σεβασμιωτάτου και Θεοπροβλήτου Μητροπολίτου
της αγιωτάτης Μητροπόλεως Λαρίσης και Τυρνάβου,
πατρός και ποιμενάρχου ημών γενομένου, αιωνία η μνήμη!